ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ.

Το σημερινό άρθρο μας δείχνει την οικονομική-πολιτική πορεία των χωρών προς τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Από το βιβλίο Ιμπεριαλισμός και παγκόσμια οικονομία του Μπουχάριν με επίλογο του Κρίς Χάρμαν. Εκδόσεις Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, 2002.
Συνοπτικά οι φάσεις προς τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο όπως μας τις περιγράφει ο Χάρμαν.
1. Παγκόσμια οικονομική ύφεση του 1929.
2. Χρησιμοποίηση «προστατευτικών» μέτρων για να περιορίσουν τον άμεσο ανταγωνισμό των ξένων καπιταλιστών στην αγορά.
3. Προχωρούν οι μεγάλες δυνάμεις σε κλειστές σφαίρες επιρροής.
4. Τα κράτη δεν μπορούσαν τόσο απλά να καταργήσουν την εξάρτησή τους από εξαρτήματα και πρώτες ύλες που βρίσκονταν έξω από τα σύνορά τους.
5. Άνοδος των ακροδεξιών φασιστών, ναζιστών σε όλη την Ευρώπη.
6. Επανεξοπλισμοί.
Να τις δούμε σε σύγκριση με την σημερινή εποχή.
Αντίστοιχα.
1. Παγκόσμια οικονομική ύφεση 2008. Θεωρείται ως η δεύτερη χειρότερη ύφεση όλων των εποχών.
Η οποία δεν έχει ξεπεραστεί.
2. Πολιτική του Τράμπ, απειλεί όλες τις χώρες με δασμούς.
Ειδικά όσες έχουν εμπορικά πλεονάσματα. Γερμανία κλπ.
Έτσι αντιλαμβάνονται οι ΗΠΑ τον ελεύθερο ανταγωνισμό.
3. Οι ΗΠΑ περιχαρακώνουν την σφαίρα επιρροής τους από τις χώρες που δεν μπορούν να ανταγωνιστούν και να τις εκμεταλλευτούν πχ. μέτρα εναντίον της Κίνας, Ρωσίας, Κούβας, Ιράν, Βόρεια Κορέας κλπ. και εναντίον όλων των χωρών που θα αντιταχθούν σε οποιοδήποτε περιοριστικό μέτρο.
4. Εξαγγελίες παλαιότερων δογμάτων των ΗΠΑ, Ένωση με Καναδά, Διώρυγα του Παναμά, υφαρπαγή της Γροιλανδίας.
Πρώτες ύλες και εμπορικοί δρόμοι.
Αποκλεισμός της ΕΕ από οποιαδήποτε μελλοντική ενεργειακή πηγή και πρώτων υλών από τον Αρκτικό κύκλο αν επιτευχθεί ο στόχος των ΗΠΑ σχετικά με την Γροιλανδία.
5. Άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη με την βοήθεια των ΗΠΑ.
Στην ουσία είναι προετοιμασία πολέμου, φανατικοί υποτελείς των ΗΠΑ, βλέπουμε το παράδειγμα της Ουκρανίας.
6. Επανεξοπλισμοί.
Τραμπ: Αξιώνει από τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ να αυξήσουν στο 5% του ΑΕΠ τους τις αμυντικές δαπάνες.
Φυσικά μία μεγάλη μερίδα θα την πάρουν οι ΗΠΑ υποχρεώνοντας την ΕΕ να αγοράσει πολεμικό υλικό.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Mark
Rutte, δήλωσε ότι η Ρωσία και η Κίνα βρίσκονται σε «υπαρξιακή αντιπαράθεση με
το ΝΑΤΟ». Ενώ την ίδια στιγμή, ομολόγησε ότι η Κίνα «παράγει όπλα 5-6 φορές πιο
γρήγορα από τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Rutte κάλεσε σε άμεση στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής
βιομηχανίας και αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ.
«Μην σπαταλάτε για... το κοινωνικό
κράτος - Πρέπει να αυξήσετε τις αμυντικές δαπάνες».
Επιπλέον, για πρώτη φορά, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Mark Rutte, πρότεινε
τη διοχέτευση μέρους των κονδυλίων που προορίζονται για συντάξεις και
κοινωνικές παροχές στην Ευρώπη για την παραγωγή όπλων, καθιστώντας σαφές ότι οι
στρατιωτικές δαπάνες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας θα πρέπει να υπερβαίνουν το
3% του ΑΕΠ.
Αυτό που έχει αλλάξει είναι η κατάταξη των παικτών και η εισδοχή καινούργιων όπως της Κίνας.
Με αυτή την σύγκριση του τότε με το τώρα πιθανό τα πράγματα να είναι πολύ χειρότερα σήμερα.
Ο αμερικάνικος αετός αισθάνεται την καυτή ανάσα του κινέζικου δράκου.
Αφού απέτυχε η πολιτική των δημοκρατικών, η προσπάθεια του Τραμπ για να βγάλει τις ΗΠΑ από την κρίση και να διατηρήσει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία δημιουργεί τις συνθήκες, ανεξάρτητα από την θέλησή του, για την θερμή αναμέτρηση των κύριων πρωταγωνιστών.
Στους λαούς απομένει να αντιμετωπίσουν αυτή την λαίλαπα που ήδη ζούν και θα χειροτερεύσει με κινητοποιήσεις και ανάδειξη φιλειρηνικών κομμάτων.
Σοβαρό πρόβλημα υπάρχει και στην Ελλάδα επειδή μας κυβερνάει ένα φιλοπόλεμο, υποτελές κόμμα (Τασούλας προς Μενέντεζ: «Σας παραδίδουμε την Ελλάδα στα χέρια σας») που πρωτοστατεί σε κάθε εχθρική ενέργεια εναντίον της Ρωσίας και η ακροδεξιά δείχνει να μεγεθύνεται.
Τα άλλα κόμματα της βουλής ασπάζονται την υποτέλεια της χώρας μας εκτός του ΚΚΕ που αποτελεί μία περιχαρακωμένη δηλ. κλεισμένη στον εαυτό της και ιδιάζουσα περίπτωση.
Και καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος είναι το αποτέλεσμα της μεγάλης ύφεσης και του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων που ξεκίνησε από τις αρχές του 1930 με την εισβολή Ιαπωνίας στη Μαντζουρία στις 19 Σεπτεμβρίου του1931.
Υπό αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος ξεκίνησε το 1931.
Συγχωνεύοντας το αποτέλεσμα με την αιτία.
Εισβολή Ιαπωνίας στη Μαντζουρία.
ΑΙΤΙΕΣ.
Έλλειψη πρώτων υλών.
Είχε επηρεαστεί βαθύτατα από τις συνέπειες της τραπεζικής κρίσης που είχε προηγηθεί, αλλά και από την Μεγάλη Ύφεση.
Η Αυτοκρατορία θεωρούσε ότι η απόκτηση εδαφών με πλούσιους πόρους θα πρόσδιδε οικονομική αυτάρκεια στη χώρα, αλλά και ανεξαρτησία από τις εισαγωγές.
Ακολουθούν με διαλλείματα
- Ιταλική εισβολή στην Αιθιοπία (1935)
- Ισπανικός εμφύλιος πόλεμος (1936-1939)
- Ιαπωνική εισβολή στην Κίνα (1937)
Τον Δεκέμβριο του 1937, ο Ιαπωνικός στρατός κατέλαβε και λεηλάτησε την Κινεζική πρωτεύουσα Ναντσίνγκ.
Ακολούθησε γενοκτονία του
πληθυσμού....Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.mixanitouxronou.gr/etsi-sfagiastikan-22-ekatommiria-kinezi-apo-ta-iaponika-stratevmata-adianoita-egklimata/
Από το βιβλίο Ιμπεριαλισμός και παγκόσμια οικονομία του Μπουχάριν
Από τον επίλογο του Χάρμαν
Σελίδες 208-211.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος: η επιβεβαίωση της θεωρίας
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν η μεγάλη και βάρβαρη επιβεβαίωση της κλασσικής θεωρίας για τον ιμπεριαλισμό.
Ο Λένιν και ο Μπουχάριν επέμεναν -σε αντίθεση π.χ. με τον Κάουτσκι- ότι οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις θα περνούσαν από την ειρήνη στον πόλεμο καθώς θα προσπαθούσαν να μοιράσουν και να ξαναμοιράσουν τον κόσμο.
Και αυτό ακριβώς συνέβη στα μέσα της δεκαετίας του '30, σαν αποτέλεσμα μιας οικονομικής κρίσης χωρίς προηγούμενο.
Κάθε εθνικός καπιταλισμός στράφηκε -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- στη συγχώνευση του εθνικού κεφαλαίου με το εθνικό κράτος -και η άλλη όψη αυτού του «κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού» ήταν η χρησιμοποίηση «προστατευτικών» μέτρων για να περιορίσουν τον άμεσο ανταγωνισμό των ξένων καπιταλιστών στην αγορά.
Το παγκόσμιο εμπόριο, το οποίο είχε αυξηθεί τέσσερις φορές ανάμεσα στο 1891 και το 1925, το 1932 είχε υποχωρήσει στα επίπεδα του 1905. Τον ιμπεριαλισμό των χωρών που επιχειρούσαν με την εξαγωγή κεφαλαίου να διεισδύσουν σε μακρινές γωνιές του κόσμου, τον διαδέχθηκε ο ιμπεριαλισμός των χωρών που προσπαθούσαν να συγκροτήσουν σφιχτοδεμένα, αντίπαλα εμπορικά μπλοκ.
Όμως, τα καπιταλιστικά κράτη δεν μπορούσαν τόσο απλά να καταργήσουν την εξάρτησή τους από εξαρτήματα και πρώτες ύλες που βρίσκονταν έξω από τα σύνορά τους.
Το γεγονός αυτό ενέτεινε περισσότερο από πριν την πίεση στο εθνικό κράτος να έχει την ικανότητα να ασκεί άμεση πολιτική επιρροή ώστε να ελέγχει πλουτοπαραγωγικές πηγές έξω από τα σύνορά του -προς τον ιμπεριαλισμό, του ενός ή άλλου είδους, δηλαδή.
Το αποτέλεσμα ήταν η επανεμφάνιση, σε ακόμα πιο διευρυμένη βάση, όλων των εντάσεων που οδήγησαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι υπάρχουσες αποικιακές δυνάμεις, ιδιαίτερα η Βρετανία και η Γαλλία, μπορούσαν να στηριχτούν στις αποικιακές αυτοκρατορίες τους -οι οποίες είχαν επεκταθεί με τη αρπαγή των γερμανικών αποικιών και του μεγαλύτερου μέρους της Μέσης Ανατολής μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο- για να δημιουργήσουν πολιτικά και οικονομικά μπλοκ στα οποία κυριαρχούσε το νόμισμά τους (το μπλοκ της στερλίνας και το μπλοκ του χρυσού, αντίστοιχα), Οι ΗΠΑ κατόρθωσαν να αυξήσουν την επιρροή τους, ιδιαίτερα στην Λατινική Αμερική, μετά την εξαγορά πολλών βρετανικών επενδύσεων εκεί στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Γερμανία, δεύτερη στον κόσμο βιομηχανική δύναμη, είχε περιοριστεί σε ένα εθνικό έδαφος με έκταση μικρότερη από εκείνη του 1914. Είχε χάσει τις αποικίες της και η Γαλλία είχε συνάψει μια σειρά από συμμαχίες στην Ανατολική Ευρώπη (τη «Μικρή Αντάντ») με σκοπό να περιορίσει την γερμανική επιρροή εκεί, ακόμα και στην γερμανόφωνη Αυστρία.
Στην Απω Ανατολή, ο επεκτεινόμενος ιαπωνικός καπιταλισμός ένιωθε με τον ίδιο τρόπο εγκλωβισμένος από την αποικιακή κυριαρχία των Γάλλων στο Βιετνάμ, των Βρετανών στη Μαλαισία, των Ολλανδών στις Ανατολικές Ινδίες (τη σημερινή Ινδονησία) και των ΗΠΑ στις Φιλιππίνες -καθώς και από τις «παραχωρήσεις» που διατηρούσαν οι Βρετανοί και οι Γάλλοι στην Κίνα.
Οι κυβερνήτες της Γερμανίας και της Ιαπωνίας έκαναν πολιτικές επιλογές οι οποίες εκτός από την καταστολή του εργατικού κινήματος στο εσωτερικό, οδήγησαν στην υποταγή των ατομικών καπιταλιστών σε προγράμματα εθνικής καπιταλιστικής συσσώρευσης που επέβαλε το κράτος.
Η ναζιστική κυβέρνηση χρησιμοποίησε τις δικτατορικές εξουσίες της για να θέσει υπό αυστηρό έλεγχο την οικονομία.
Οι κύριες καπιταλιστικές ομάδες παρέμειναν ανέπαφες.
Αλλά από ένα σημείο και μετά υποτάχθηκαν στις ανάγκες μιας κούρσας επανεξοπλισμού, την οποία οι ίδιες αυτές ομάδες είχαν υποστηρίξει.
Οι εξοπλισμοί και η επέκταση της βαριάς βιομηχανίας, τράβηξε προς τα εμπρός την παγκόσμια οικονομία, προσφέροντας αγορές και ευκαιρίες για επενδύσεις.
Ωστόσο, αυτή η πολιτική είχε ένα μεγάλο πρόβλημα. Η Γερμανία δεν ήταν μια αυτάρκης οικονομική μονάδα.
Ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσει την αστάθεια στις πηγές πρώτων υλών της, ήταν να επεκτείνει τα σύνορα του Γερμανικού Ράιχ έτσι ώστε να συμπεριλάβει σε αυτά τις γειτονικές οικονομίες και να τις υποτάξει στην γερμανική στρατιωτική μηχανή.
Η λογική του κρατικά διευθυνόμενου μονοπωλιακού καπιταλισμού, οδήγησε σε μια μορφή ιμπεριαλισμού στην οποία είχε αναφερθεί το 1916 ο Λένιν και η οποία κατείχε κεντρική θέση στη θεωρία του Μπουχάριν, την «αρπαγή έντονα εκβιομηχανισμένων περιφερειών». Από ένα σημείο και μετά, η επέκταση οδήγησε σε αναπόφευκτες συγκρούσεις με άλλες Μεγάλες Δυνάμεις οι οποίες φοβόντουσαν τις απειλές στις δικές τους σφαίρες επιρροής και τις αυτοκρατορίες.
Και καθώς αντιδρούσαν καταφεύγοντας στην ένοπλη δύναμη, το Γερμανικό καθεστώς χρειάστηκε να κατευθύνει την οικονομία ακόμα περισσότερο προς τους εξοπλισμούς -και να προσπαθήσει να αρπάξει νέες εκτάσεις- για να «υπερασπισθεί» τις περιοχές που είχε ήδη καταλάβει.
Όπως έχω σημειώσει αλλού:
«Από τη στιγμή που επιλέχθηκε ο δρόμος της στρατιωτικής εξάπλωσης, η διαδικασία έγινε αυτοτροφοδοτούμενη. Η αμφισβήτηση των υπαρχουσών αυτοκρατοριών απαιτούσε το μέγιστο δυνατό στρατιωτικό-βιομηχανικό δυναμικό. Κάθε επιτυχημένη ιμπεριαλιστική περιπέτεια αύξανε αυτή τη τάση -για παράδειγμα, η ιαπωνική κατάληψη της Μαντζουρίας, η γερμανική προσάρτηση της Αυστρίας και κατόπιν της Τσεχοσλοβακίας.
Αλλά την ίδια στιγμή αύξανε την εχθρότητα των υπαρχουσών αυτοκρατοριών -επιβάλλοντας έτσι την ανάγκη για μεγαλύτερη στρατιωτική ισχύ και περισσότερες πολεμικές περιπέτειες. Τα σημεία καμπής ήταν η κατάκτηση της Πολωνίας από την Γερμανία και η ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ.»15
Αυτοί που κυβερνούσαν τη Βρετανική και τη Γαλλική αυτοκρατορία αναγκάστηκαν να αντισταθούν.
Πολλοί απ' αυτούς δίσταζαν να το πράξουν έχοντας στο νου την εμπειρία του προηγούμενου παγκοσμίου πολέμου.
Φοβόντουσαν ότι το κόστος ενός νέου [παγκοσμίου πολέμου, ΣτΜ] θα κατέτρωγε τις ήδη φθίνουσες επενδύσεις τους στο εξωτερικό, επίσης ήταν τρομοκρατημένοι από την προοπτική επανάληψης της επαναστατικής αναταραχής που τους είχε απειλήσει πριν 20 χρόνια και θεωρούσαν τη γοργά εκβιομηχανιζόμενη ΕΣΣΔ το ίδιο επικίνδυνη με τον παλιό Γερμανό ανταγωνιστή τους.
Έλπιζαν ότι, με κάποιο τρόπο, ο γερμανικός ιμπεριαλισμός που έλεγχε τον πυρήνα της βορειο-δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης, θα μπορούσε να συνυπάρξει με τη δική τους κυριαρχία στις απέραντες εκτάσεις της Αφρικής και της Ασίας.
Αλλά στο τέλος αναγκάστηκαν να πολεμήσουν.
Για τη Γαλλία και τη Βρετανία αυτό που πια κρινόταν, δεν ήταν η διαπάλη για την αρπαγή νέων πηγών υπεραξίας, αλλά η διατήρηση αυτών που ήδη κατείχαν.
Έπρεπε να παλέψουν από κοινού ενάντια στο γερμανικό ιμπεριαλισμό για να μην υποφέρουν οι δικοί τους ιμπεριαλισμοί.
Στη συμμαχία τους εντάχθηκε και η Ρωσία το καλοκαίρι του 1941, όταν η λογική της επέκτασης έσπρωξε τη Γερμανία να κινηθεί προς την Ουκρανία και προς νοτιο-ανατολικά τα πετρέλαια του Μπακού, ύστερα από την νίκη της επί της Πολωνίας, του Βελγίου και της Γαλλίας.
Λίγους μήνες αργότερα, οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να μπουν στον πόλεμο, καθώς η λογική του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού τον ώθησε στην προσπάθεια να αρπάξει τις -αδύνατες αμυντικά- κτήσεις των δυτικών καπιταλισμών στην Απω Ανατολή.
Η συμμαχία ανάμεσα στην Γερμανία και την Ιαπωνία επίσκιασε τις συγκρούσεις ανάμεσα στους υπόλοιπους ιμπεριαλισμούς.
Στη δεκαετία του 1920 είχαν διατυπωθεί προβλέψεις για μια μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Βρετανία τόσο από στελέχη του βρετανικού Φόρειν Οφις [υπουργείου Εξωτερικών, ΣτΜ] όσο και από τον Λέον Τρότσκι.
Αυτές οι προβλέψεις δεν επαληθεύτηκαν.
Στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου εκτυλίχθηκαν έντονες συγκρούσεις συμφερόντων ανάμεσα στη Βρετανική κυβέρνηση και την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αναμετρήθηκαν για την επιρροή στη Σαουδική Αραβία με τις πετρελαιοπηγές της ενώ από Βρετανούς υπουργούς όπως ο Ηντεν, εκφραζόταν έντονη δυσαρέσκεια επειδή ουσιαστικά οι ΗΠΑ ανάγκασαν τον βρετανικό καπιταλισμό να εξαργυρώσει τις επενδύσεις του στο εξωτερικό για να πληρώσει τα αμερικάνικα όπλα και τρόφιμα. Όμως, η ακόμα μεγαλύτερη εχθρότητα προς τις απαιτήσεις του Γερμανικού και του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού, οδήγησε τον βρετανικό ιμπεριαλισμό να αποδεχθεί, με δυσαρέσκεια, την υποταγή στα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Μέρος 2: Ιμπεριαλισμός στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου
Η σύγκρουση των ιμπεριαλισμών στη δεκαετία του 1930, είχε πάρει τη μορφή της σύγκρουσης ανάμεσα στη Βρετανία και τη Γαλλία, με τις μεγάλες παγκόσμιες αυτοκρατορίες τους, με τη Γερμανία που είχε οικοδομήσει τη δική της αυτοκρατορία στην Ευρώπη. Μετά την ήττα της Γερμανίας, εμφανίστηκε μια νέα σύγκρουση, από πολλές απόψεις παρόμοια με την προηγούμενη, ανάμεσα στους δυο μεγάλους νικητές του πολέμου.