Μερικά επίκαιρα άρθρα με τα ελληνοτουρκικά

Μερικά επιλεγμένα επίκαιρα άρθρα με τα ελληνοτουρκικά για την όσο δυνατόν σφαιρικότερη αντίληψη του προβλήματος.
Τα καταστροφικά παρελκόμενα για την Ελλάδα από τις διαπραγματεύσεις της ΑΟΖ
Από
Militaire News -
09/10/2020
Της Κύρας Αδάμ
Σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές, στις διερευνητικές συνομιλίες οι θέσεις της Τουρκίας αποτελούν απαράβατο όρο προκειμένου να συνεχιστούν οι διερευνητικές που είχαν σταματήσει το 2016. Οι θέσεις της Τουρκίας είναι «ΑΟΖ και ΥΦ στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο με τα παρελκόμενα τους θέματα», τα οποία επιγραμματικά είναι:
Ιδιοκτησιακό καθεστώς νήσων, νησίδων, βράχων Αιγαίου Μεσογείου
Αποστρατιωτικοποίηση νήσων
Εθνικός εν χώρος 6-10νμ
Περιοχή έρευνας διάσωσης
FIR Αθηνών
Σχέδια πτήσης
Τουρκική μειονότητα στην Θράκη.
Αναλυτικότερα:
Ιδιοκτησιακό καθεστώς
Λόγω αδράνειας όλων των ελληνικών κυβερνήσεων από 1974 και εντεύθεν, η Τουρκία μεθόδευσε παράνομα την αποστρατιωτικοποίηση και το ιδιοκτησιακό καθεστώς νήσων και πέτυχε να εγκλωβίσει ακόμα και το ΝΑΤΟ να συμφωνεί με τις θέσεις της Τουρκίας. Δηλαδή το ΝΑΤΟ παράνομα ενεπλάκη στο θέμα αυτό καθότι είναι παντελώς αναρμόδιο.
Η Συνθήκη Λωζάννης στο άρθρο 16 αναφέρει με πλήρη σαφήνεια ότι η Τουρκία δεν έχει κανένα κυριαρχικό δικαίωμα πέρα και έξω από αυτά που της καθορίζει Συνθήκη της Λωζάννης . Δυστυχώς το άρθρο 16, καμμιά κυβέρνηση όχι μόνον δεν το έριξε στα μούτρα του Ερντογάν και των γ γ ΝΑΤΟ, αλλά καμμιά κυβέρνηση δεν έχει εντοπίσει και τις άλλες αποφάσεις Διεθνών Οργανισμών που έχει υπογράψει η Τουρκία και στις οποίες αναφέρεται σαφώς ότι η Άγκυρα δεν έχει κανένα κυριαρχικό δικαίωμα πέρα από αυτά που τις εκχωρούνται από Συνθήκη Λωζάννης.
Η Τουρκία σε διπλωματικό και διεθνές επίπεδο χρησιμοποιεί μεθόδους «ριφιφί» προκειμένου να αυξήσει παράνομα την κυριαρχία της σε βάρος της Ελλάδας. Αυτό τεκμαίρεται εκ του γεγονότος ότι εξαφανίστηκαν από τον αρχεία του ΙCΑΟ οι πρωτότυπες αποφάσεις και τα πρακτικά της περιοχικής συμφωνίας του 1958, με την οποία το FIR Αθηνών/Κων-λης ,από τη Ρόδο μέχρι 15 νμ ανατολικά του Καστελόριζου, μετακινείτο 10νμ βορείως προς την Τουρκία. Με την εξαφάνιση αυτή, αυτομάτως ισχύει η προγενέστερη απόφαση του 1950 με την οποία από λάθος το FIR Αθηνών στην ίδια περιοχή οριζόταν 10νμ νοτίως, με αποτέλεσμα η Τουρκία να έχει 16νμ κυριαρχία μεταξύ Ρόδου/ Καστελόριζου αντί των 6νμ που είναι τα χωρικά ύδατα , Αντιθέτως η απόφαση του 1958 που «ξαφνίστηκε» καθόριζε 6νμ κυριαρχία, όσα και τα χωρικά ύδατα της Τουρκίας.
Σχέδια πτήσης
Αποτελεί ντροπή για το ελληνικό πολιτικό σύστημα να έχει δημιουργήσει εσωτερικό κομφούζιο για τα σχέδια πτήσης. Το ΥΠΕΞ δηλώνει ότι οι κανόνες πτήσης της Σύμβασης του Σικάγο εφαρμόζονται στα πολιτικά και στρατιωτικά αεροσκάφη.
Και από την άλλη η ΥΠΑ, ως καθ΄ ύλην αρμόδια, ταυτίζεται εγγράφως και ενυπογράφως με την τουρκική θέση ότι δεν απαιτούνται σχέδια πτήσης για τα στρατιωτικά αεροσκάφη.
Ενώ παράλληλα η ΥΠΑ, από τον Απρίλιο 2016, στο Εγχειρίδιο Αεροπορικών Πληροφοριών Ελλάδας, σταμάτησε πλέον να απαιτεί σχέδια πτήσεων από τα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη.
Τα σχέδια πτήσης απαιτούνται για εθνικούς σκοπούς και κυρίως για την αποφυγή τουρκικού αιφνιδιασμού. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση οφείλει να βρει τον καλύτερο υπάρχοντα τρόπο , ώστε να επιβληθεί στη Τουρκία η κατάθεση σχεδίων πτήσης, όχι λόγω κυρίως απαίτησης της Ελλάδας ,αλλά κατ' απαίτηση άλλων δυνάμεων όπως ΗΠΑ, ΕΕ ΝΑΤΟ κλπ., ώστε η Τουρκία να είναι πρώτα υπόλογη απέναντι σ αυτούς και μετα στην Ελλάδα.
6-10νμ εθνικού εναερίου χώρου
Το 1931 η Ελλάδα με Προεδρικό Διάταγμα επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα από τα 3 στα 10νμ για σκοπούς αεροπλοΐας και αστυνομίας αυτής, ( εθνικός εναέριος χώρος 10νμ).
Το 1936 η Ελλάδα επέκτεινε τα χωρικά ύδατα από τα 3 στα 6 και όχι στα 10νμ ώστε να ταυτίζεται με τον εθνικό εναέριο χώρο των 10νμ.
Το 1947 με το νόμο 211/1947 η Ελλάδα αποδέχθηκε στο πλαίσιο του ΙCΑΟ ότι κάθε χώρα ασκεί κυριαρχία πάνω από ξηρά και χωρικά ύδατα, δηλαδή κατήργησε τα 10νμ εθνικού εναερίου χώρου και τα έκανε 6νμ. Το ίδιο έκανε και με την κύρωση Σύμβασης Θάλασσας το 1996.
Στις διαπραγματεύσεις η Ελλάδα οφείλει να απαιτήσει από την Τουρκία να συμφωνήσει 10νμ χωρικά ύδατα και εναέριο χώρο ή οτιδήποτε άλλο είναι μεγαλύτερο των 6νμ χωρικών υδάτων.
Έρευνα και Διάσωση
Ο ΙCΑΟ έχει ορίσει το FIR Αθηνών /Κων-λης ως περιοχή Έρευνας και Διάσωσης Ελλάδας/Τουρκίας- με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας από το 1952. Όσον αφορά στη θαλάσσια περιοχή Έρευνας και Διάσωσης , αυτή δεν έχει οριστεί ακόμα με υπαιτιότητα της Τουρκίας, η οποία διεκδικεί θαλάσσια περιοχή μέχρι το μισό Αιγαίο, με αποτέλεσμα να υπάρχει επικαλυπτόμενη περιοχή μεταξύ αεροπορικής Έρευνας και Διάσωσης του ΙCΑΟ που είναι το FIR Αθηνών και του ΙΜΟ , με θαλάσσια περιοχή που διεκδικεί η Τουρκία μέχρι το μέσο του Αιγαίου.
Η Ελλάδα οφείλει σήμερα να αναλάβει τις ευθύνες για αμαρτίες παρελθόντος προκειμένου να διασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα. Οποιαδήποτε συζήτηση για ΑΟΖ /Υφαλοκρηπίδα είναι αδύνατον να οριστικοποιηθεί και καθοριστεί, δεδομένου ότι όπως έχουν τα θέματα μέχρι σήμερα, είναι αδύνατον να οριοθετηθεί τουρκική ΑΟΖ όταν αυτή θα επικαλύπτεται από τα 10νμ του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου και συγκεκριμένα στην περιοχή Ρόδου/ Καστελόριζου και Λήμνου/ Λέσβου. Το ίδιο ισχύει και για την ελληνική ΑΟΖ των ελληνικών νήσων ανατολικά 25ου μεσημβρινού,( μέση του Αιγαίου ), αφού αυτή θα επικαλύπτεται από την τουρκική περιοχή θαλάσσιας Έρευνας και Διάσωσης, την οποία η Τουρκία έχει ορίσει παράνομα με το νόμο 24611/12 Δεκ 2001 τον οποίο έχει υποβάλει στον ΙΜΟ, ο οποίος τον έχει καταχωρήσει στον περιφερειακό εγχειρίδιο ΙΜΟ Global SAR Plan.
Άνοιξε ο δρόμος στην Τουρκία για εκ του ασφαλούς πολεμικά τετελεσμένα εναντίον της Ελλάδας και κυρίως της Κύπρου
6 Οκτωβρίου 2020
του Δημήτρη Καζάκη
Μετά την τελευταία σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1η Οκτωβρίου) έχει ανοίξει πλέον διάπλατα ο δρόμος για πολεμικά τετελεσμένα στην περιοχή μας με δράστη πρωτίστως την Τουρκία. Ταυτόχρονα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ ανήγγειλε την ίδια ημέρα τη δημιουργία ενός «διμερούς μηχανισμού αποτροπής της σύγκρουσης» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία.
Ο μηχανισμός αυτός - σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ - ήλθε ως αποτέλεσμα ενός παρασκηνιακού διαλόγου ανάμεσα στις στρατιωτικές πλευρές των δυο χωρών, ο οποίος έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες. «Αυτός ο μηχανισμός ασφαλείας μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία ενός χώρου για διπλωματικές προσπάθειες ώστε να αντιμετωπιστεί η υποκείμενη διένεξη και είμαστε έτοιμοι να την αναπτύξουμε περαιτέρω,» δήλωσε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ.
Στην ανακοίνωση της συμμαχίας της 1ης Οκτωβρίου αναφέρεται επίσης ότι το ΝΑΤΟ έχει αναλάβει ξανά το ρόλο αυτό με σκοπό την αποφυγή μιας στρατιωτικής σύγκρουσης ανάμεσα σε συμμάχους. Στη δεκαετία του 1990, μας πληροφορεί η συμμαχία, είχε δημιουργήσει έναν ανάλογο μηχανισμό στην περιοχή, «ο οποίος αποδείχθηκε αποτελεσματικός στο να βοηθήσει στην αποκλιμάκωση των εντάσεων και στην δημιουργία του χώρου για ευρύτερες διπλωματικές συνομιλίες.»
Βέβαια, αυτό που «ξεχνά» η συμμαχία είναι ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός της δεκαετίας του 1990 βοήθησε στην κλιμάκωση των διεκδικήσεων της Τουρκίας σε βάρος της κυριαρχίας της Ελλάδας. Και μάλιστα σε μια εποχή όπου η Τουρκία βρισκόταν υπό καθεστώς δικτατορίας του ΔΝΤ και επομένως - χωρίς τον «μηχανισμό» του ΝΑΤΟ και φυσικά τον ενδοτισμό της ελληνικής πλευράς - θα ήταν θεωρητικά πιο ευάλωτη σε πιέσεις αποκλιμάκωσης.
Με τον μηχανισμό αυτό το ΝΑΤΟ προστάτεψε και ενίσχυσε την αδιαλλαξία της άρχουσας τάξης στην Τουρκία, η οποία έφτασε το 1995 να «νομιμοποιήσει» επίσημα την απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας με απόφαση της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, την οποία επικαλείται έως σήμερα ως αναφαίρετο και νόμιμο δικαίωμά της.
Και φυσικά για να μην ξεχνιόμαστε το 1996 με το αίσχος των Ιμίων, επιβλήθηκε μορατόριουμ κυριαρχίας (γκρίζα ζώνη) στις αμφισβητούμενες από την Τουρκία «βραχονησίδες» στη θαλάσσια επικράτεια της Ελλάδας. Όλα αυτά είναι όντως αδιαφιλονίκητες κατακτήσεις του «μηχανισμού αποτροπής της σύγκρουσης» και «διαλόγου» στα πλαίσια ΝΑΤΟ.
Βέβαια, υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα, τα οποία μάλλον είναι ρητορικά όσον αφορά το επίσημο πολιτικό σύστημα της χώρας:
Πρώτο: Από πού άραγε άντλησε το δικαίωμα η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας να εμπλακεί σε μυστικές, παρασκηνιακές συνομιλίες με την επιτιθέμενη στρατιωτικά Τουρκία ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΝΑΤΟ; Σε ποιο Σύνταγμα, σε ποια απόφαση της Βουλής, σε ποιο νόμο και σε ποιο στρατιωτικό κανονισμό ανακάλυψαν οι φλώροι των Επιτελείων ότι οφείλουν να προσέλθουν σε μυστικό διάλογο με τους ομότιμους της γείτονος, ενόσω η Τουρκία επιδιδόταν σε επιθετική στρατιωτική ενέργεια εντός του εθνικού χώρου της Ελλάδας (υφαλοκρηπίδα); Από πότε η στρατιωτική ηγεσία προσέρχεται σε μυστικές συνομιλίες με τον εισβολέα και μάλιστα ενόσω αυτός δεν έχει απωθηθεί από τον εθνικό χώρο; Τι διαφορετικό έκανε ο Τσολάκογλου όταν προσήλθε σε μυστικές συνομιλίες με τους ναζί εισβολείς τον Απρίλιο 1941;
Κι ας μην τολμήσει κανείς να μιλήσει για «εντολές άνωθεν» και «ανώτερο εθνικό συμφέρον» ώστε να δικαιολογήσει το ατόπημα αυτό της στρατιωτικής ηγεσίας. Το ίδιο επικαλέστηκε ο Τσολάκογλου, αλλά και οι συνένοχοί του στρατηγοί, αλλά δεν έπεισαν κανέναν και δίκαια καταδικάστηκαν για εσχάτη προδοσία. Μπορεί να εκπλήξει πολλούς - ίσως κι όλους - από το σώμα των ανώτατων αξιωματικών, αλλά τα επιτελεία τελούν υπό την πολιτική καθοδήγηση της κυβέρνησης, αλλά δεν είναι ούτε ενεργούμενά της, ούτε πολύ περισσότερο ορντινάντσες των εκάστοτε κρατούντων. Έστω κι αν αισθάνονται ως τέτοιοι όσοι διορίζονται σ' αυτά με γνωστό σύστημα απόλυτης αναξιοκρατίας και αλλότριων συμφερόντων που κυριαρχεί στο στράτευμα.
Επομένως κανείς τους δεν μπορεί να επικαλεστεί ως δικαιολογία τις εντολές από την πολιτική ηγεσία προκειμένου να δικαιολογήσει πράξεις και ενέργειες που στρέφονται κατάφωρα ενάντια στην αποστολή των ενόπλων δυνάμεων και τον όρκο τους.
Αν ήταν έτσι, τότε την επόμενη φορά που θα τους διατάξει η πολιτική ηγεσία να παραδώσουν τα όπλα μπροστά σε εισβολέα, ή να επιβάλλουν αιματηρή δικτατορία σε βάρος του ελληνικού λαού, τότε αυτοί θα θεωρήσουν απόλυτα λογικό να υπακούσουν. Κι όποιος πιστεύει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να συμβεί σήμερα με τέτοια επιτελεία που διαθέτει το στράτευμα, τότε δυστυχώς δεν είναι μόνο τραγικά ανιστόρητος, αλλά και επικίνδυνα αφελής.
Το γεγονός ότι στην Ελλάδα ακόμη και οι πιο καταφανείς πράξεις επιορκίας των εν ενεργεία ανώτατων αξιωματούχων του κράτους στη δικαιοσύνη, τη διοίκηση και τις ένοπλες δυνάμεις, θεωρούνται ως κάτι το απολύτως φυσιολογικό και επόμενο των εκάστοτε παράνομων πολιτικών εντολών που καλούνται να υπηρετήσουν, δεν σημαίνει ότι οι ένοχοι των πράξεων αυτών δεν θα κληθούν να λογοδοτήσουν. Μπορεί η ατιμωρησία της επιορκίας και της εθνικής αναξιότητας να έχει αποθρασύνει τους κατόχους ανώτατων αξιωμάτων σε όλους τους τομείς του κράτους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο καιρός δεν έχει γυρίσματα. Ιδίως σε εποχές εθνικής τραγωδίας, σαν αυτή που κλιμακώνεται την τελευταία δεκαετία.
Δεύτερο: Πού ακριβώς στο καταστατικό του ΝΑΤΟ θεμελιώνεται το δικαίωμα της επέμβασης του Γενικού του Γραμματέα σε ρόλο επιδιαιτησίας; Από πού αντλεί το έννομο δικαίωμα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ να επέμβει - και μάλιστα με δική του πρωτοβουλία - σε μια διένεξη ανάμεσα σε κράτη, έστω κι αν είναι μέλη της Συμμαχίας;
Κι αν για κάποιον περίεργο και τερατώδη λόγο του αναγνωρίζεται ένας τέτοιος εξωκαταστατικός ρόλος στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, τότε γιατί θεωρείται αδιανόητη η επίκληση του άρθρου 4 & 5 του νατοϊκού καταστατικού (συνδρομή του ΝΑΤΟ υπέρ κράτους μέλους που δέχεται επίθεση) όταν κράτος μέλος της Συμμαχίας, όπως η Ελλάδα, απειλείται με στρατιωτική επίθεση από άλλο κράτος μέλος, όπως η Τουρκία; Πού το καταστατικό του ΝΑΤΟ νομιμοποιεί τη Συμμαχία και το Γενικό της Γραμματέα να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες επιβολής «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα σε επιτιθέμενο και αμυνόμενο, στο όνομα ότι και οι δύο χώρες είναι «πολύτιμοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ»;
Ποιος άραγε επέτρεψε στον ΓΓ του ΝΑΤΟ να υποκαταστήσει το ρόλο του Γενικού Γραμματέα και των οργάνων του ΟΗΕ, τα οποία - με βάση το διεθνές δίκαιο - είναι τα μόνα υπεύθυνα για την διευθέτηση διενέξεων ανάμεσα σε κράτη, αλλά και για τη «δημιουργία μηχανισμών αποκλιμάκωσης» και «χώρου διπλωματικών ενεργειών» για την αποφυγή μιας σύγκρουσης; Εκτός κι αν η Ελλάδα έχει απορρίψει εξ ορισμού και εκ προοιμίου προς όφελος του ΝΑΤΟ κάθε προσφυγή στα όργανα του ΟΗΕ προκειμένου να υπερασπιστεί την κυριαρχία της από την επιτιθέμενη Τουρκία.
Τρίτο: Πότε η κυβέρνηση ενημέρωσε τη Βουλή για την διεξαγωγή των συνομιλιών στις Βρυξέλλες, για το περιεχόμενο και την κατάληξή τους, προκειμένου να ενημερώσει και να κυρώσει την απόφασή της η εθνική αντιπροσωπεία, όπως ρητά απαιτεί το Σύνταγμα; Ποτέ. Μήπως θα φέρει η κυβέρνηση προς κύρωση τη συγκεκριμένη συμφωνία περί μηχανισμού, που η ίδια διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε μυστικά και ερήμην του ελληνικού λαού και της Βουλής, προκειμένου να ενημερωθούμε σε ποιες «γενικές αρχές» επήλθε συμφωνία με την Τουρκία - όπως αναφέρει η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου άμυνας - προκειμένου να υπάρξει ο συγκεκριμένος διαρκής «μηχανισμός αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ με επικεφαλής το Γενικό του Γραμματέα;
Και μόνο το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει πάρει εντολή από την εθνική αντιπροσωπεία ώστε να προχωρήσει σε μυστικές συνομιλίες είτε σε επίπεδο στρατιωτικό, είτε διπλωματικό - κάτι που έτσι ή αλλιώς απαγορεύεται ρητά τόσο από το Σύνταγμα της χώρας, όσο και από το διεθνές Δίκαιο των Συνθηκών, το οποίο έχει κυρώσει και έχει κάνει νόμο του κράτους η Ελλάδα - συνιστά βαρύτατη εκτροπή, που θέτει σε κίνδυνο την ίδια την εθνική άμυνα και ακεραιότητα της χώρας. Πολύ περισσότερο, όταν η κυβέρνηση με τους εντολοδόχους της προχωρά σε συνομιλίες παρασκηνίου, έχοντας εγκαταλείψει τις επίσημες αιτιάσεις με τις οποίες διαμαρτύρεται εναντίον της Τουρκίας στον ΟΗΕ.
Ποιος θα πάρει στα σοβαρά μια τέτοια χώρα, η οποία άλλα επικαλείται εγγράφως στον ΟΗΕ και άλλα πράττει; Ποιος θα δεχθεί έστω και να συζητήσει τις επίσημες αιτιάσεις μιας χώρας σαν την δική μας, όταν η ίδια τις εγκαταλείπει στην πρώτη δοθείσα ευκαιρία; Και μάλιστα για να καταφύγει στη μυστική διπλωματία, όπου όλα είναι ανοιχτά κι όλα πάνω στο τραπέζι; Πότε, ποια χώρα και σε ποια ιστορική περίοδο απέφυγε τον εθνικό ακρωτηριασμό της καταφεύγοντας σε ανάλογες τακτικές;
Τέταρτο: Εξακολουθεί να ισχύει για την Ελλάδα το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που αφορά στο δικαίωμα της αυτοάμυνας έναντι δύναμης που απειλεί, προετοιμάζει, ή επιχειρεί επιθετικό πόλεμο εναντίον της; Έχει το δικαίωμα να επικαλεσθεί το άρθρο 51 η Ελλάδα έναντι της Τουρκίας σε περίπτωση μονομερούς επιθετικής ενέργειας της δεύτερης; Ή παραιτήθηκε οριστικά απ' αυτό στα πλαίσια της συμφωνίας επί «γενικών αρχών», η οποία επήλθε με την Τουρκία προκειμένου να δημιουργηθεί ο «μηχανισμός αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ;
Η Ελλάδα τελεί υπό καθεστώς διαρκούς απειλής μιας και η Τουρκία δεν διστάζει να εκβιάζει με την χρήση στρατιωτικής βίας κάθε φόρα που θεωρεί η ίδια ότι θίγονται τα «ζωτικά συμφέροντά» της. Στην περίπτωση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, η Τουρκία δεν εφάρμοσε απλά και μόνο απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας, αλλά προχώρησε σε καθαρά επιθετική ενέργεια με την εισβολή του Ορούκ Ρέις συνοδεία πολεμικών της στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας, η οποία με βάση το δίκαιο της Θάλασσας από την εποχή της Συνθήκης της Γενεύης το 1957 έως και τη Συνθήκη του Μοντέγκο Μπέι το 1982 θεωρείται αδιαφιλονίκητος εθνικός χώρος.
Τόσο η ΕΕ, όσο και το ΝΑΤΟ θεωρεί - μαζί με την επίσημη κυβέρνηση των εντολοδόχων τους στην Ελλάδα - ως απλή «πρόκληση» της Τουρκίας και «φραστικές επιθέσεις» την επίκληση casus belli εναντίον της Ελλάδας. Αναγνωρίζουν έτσι στην Τουρκία το δικαίωμα διεξαγωγής επεμβατικών ή επιθετικών πολέμων. Αρκεί να υπηρετούν και τις δικές τους μακροπρόθεσμες στρατηγικές στοχεύσεις.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τόσο το ΝΑΤΟ, όσο και η ΕΕ δεν αναφέρουν κουβέντα για την στρατιωτική εμπλοκή της Τουρκίας στον πόλεμο του Αζερμπαϊτζάν εναντίον της Αρμενίας. Κουβέντα. Τσιμουδιά για έναν ξεκάθαρα επιθετικό πόλεμο με σκοπό την εξόντωση ενός ιστορικού και μαρτυρικού έθνους, της Αρμενίας.
Όπως φυσικά δεν είπαν κουβέντα για την στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία και τη Λιβύη. Αντίθετα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Στόλτενμπεργκ, κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία χθες και προχθές, όχι μόνο εκθείασε τον «πολύτιμο ρόλο» της Τουρκίας στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», αλλά και υποσχέθηκε να κινητοποιήσει τη διεθνή κοινή γνώμη υπέρ της Τουρκίας! (Sabah, 5/10)
Μετά τη συμφωνία κορυφής της ΕΕ και τον «μηχανισμό αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ, η Τουρκία έχει πλέον το ελεύθερο για στρατιωτικές ενέργειες στην ευρύτερη περιοχή και ιδιαίτερα στην Κύπρο. Μην ξεχνάμε ότι η «κόκκινη γραμμή» Αθήνας-Άγκυρας δεν αφορά στην Κύπρο. Το μόνο που έχει να «φοβάται» η Τουρκία είναι τις κατόπιν εορτής δήθεν «κυρώσεις», αλλά και την επιδιαιτησία - πάλι κατόπιν εορτής - του ΝΑΤΟ.
Ο δρόμος πλέον για πολεμικά τετελεσμένα της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδας και κυρίως εναντίον της Κύπρου, είναι ανοικτός.
https://www.epamhellas.gr/anoixe-o-dromos-stin-toyrkia-ek-asfaloys-polemika/
12.10.2020 / ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΑΛΟΥΠΗΣ
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2146 στις 8-10-2020
Μια θερμή σχέση αιώνων - Έξι λόγοι για τους οποίους η Γερμανία παίρνει πάντα το μέρος της Τουρκίας
Για μια ακόμα φορά σε σύνοδο κορυφής η Γερμανία, έχοντας στο πλευρό της την Ισπανία και τη... Μάλτα, ευνόησε απροκάλυπτα με τη στάση της την Τουρκία. Μια χώρα που δεν είναι καν μέλος της Ε.Ε. και που αποτελεί υπαρξιακή απειλή για δυο μέλη της Ένωσης, την Ελλάδα και την Κύπρο, τα ευρωπαϊκά σύνορα και την ίδια την ευρωπαϊκή κυριαρχία.
Φαινομενικά Γερμανία και Τουρκία αποτελούν δυο ασύνδετους «κόσμους», όμως, αν ξύσει κάποιος κάτω από την επιφάνεια, θα βρει πολύ ισχυρούς διαχρονικούς δεσμούς που εξηγούν και για ποιον λόγο η Μέρκελ - όπως και πολλοί προκάτοχοί της με άλλους Τούρκους Προέδρους και πρωθυπουργούς - όχι μόνο κάνει τα στραβά μάτια στο πολυεπίπεδο μπούλινγκ του Ερντογάν, αλλά βάζει και το στήθος της μπροστά ώστε η χώρα του να μην τιμωρηθεί με κυρώσεις.
Για να υπερασπιστεί αυτήν τη σχέση δεν διστάζει να εκνευρίσει ακόμα και τον Μακρόν, ο οποίος έφτασε απαυδισμένος να απειλήσει στη σύνοδο ότι «αν δεν βάλετε κυρώσεις εσείς, θα τις βάλω μόνος μου».
1. Η ισλαμική διείσδυση
Τις δυο δεκαετίες μετά το 1945 οι χώρες της δυτικής Ευρώπης πήραν ως εργάτες εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από μακρινά μέρη. Η Βρετανία Πακιστανούς από τα βουνά του Κασμίρ και τα υψίπεδα του Μπανγκλαντές. Η Γαλλία στράφηκε στις περιοχές της στη Βόρεια Αφρική. Και η Γερμανία εισήγαγε εργάτες από την Ανατολία της Τουρκίας.
Υποτίθεται ότι αυτοί οι Τούρκοι θα έφευγαν από τη Γερμανία όταν θα τελείωνε η δουλειά τους. Αντί γι' αυτό, έφεραν και τις οικογένειές τους. Η Γερμανία χρονοτρίβησε μέχρι να δώσει υπηκοότητα σε αυτούς και στα παιδιά τους, που γεννήθηκαν στη Γερμανία, αλλά στο τέλος το έκανε.
Συνολικά στη Γερμανία βρίσκονται σήμερα σχεδόν 4 εκατομμύρια Τούρκοι. Σε καμία άλλη χώρα δεν ζουν περισσότεροι Τούρκοι, εκτός φυσικά της Τουρκίας. Η Άγκυρα χρησιμοποιεί διάφορους τρόπους για να προβάλει τη δική της εκδοχή του Ισλάμ, να διατηρεί τη διασπορά της πιστή στη «μαμά Τουρκία» και να ενισχύει την επιρροή της στη Γερμανία.
Ένας από αυτούς είναι τα τζαμιά που ελέγχει εντός Γερμανίας, 900 τον αριθμό. Το μεγαλύτερο βρίσκεται στην Κολωνία, στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία, το γερμανικό κρατίδιο με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μουσουλμάνων. Είναι χωρητικότητας 1.200 ατόμων, κόστισε 20 εκατ. ευρώ και άνοιξε τον Σεπτέμβριο του 2018 με πολλές φανφάρες.
Στην πράξη η Τουρκία ενδιαφέρεται να αυξήσει την επιρροή της στη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρώπη. Η θρησκεία προσφέρεται για την πολιτική της. Στα εγκαίνια του τεράστιου τζαμιού στην Κολωνία τον Σεπτέμβριο του 2018 ο Ερντογάν και οι εκπρόσωποι του θρησκευτικού κατεστημένου του προκάλεσαν αναστάτωση όταν απέκλεισαν προκλητικά την είσοδο στους τοπικούς αξιωματούχους που είχαν υποστηρίξει την ανέγερση του τζαμιού. Το επεισόδιο φόβισε τους Γερμανούς.
Όλο και περισσότερο τα τουρκικά τζαμιά χρησιμοποιούνται για πολιτικούς σκοπούς. Το κήρυγμα αντανακλά τη στροφή της Τουρκίας προς έναν επιθετικό, απόλυτο και σκληροπυρηνικό Ισλαμισμό. Όπως είχε δηλώσει πρόσφατα Ευρωπαίος διπλωμάτης, «η Τουρκία, έχοντας επί δεκαετίες προσπαθήσει και αποτύχει να μπει στην Ε.Ε., τώρα προσπαθεί να μπει στη Δύση μέσω των τζαμιών της».
Ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα που αντιδρούσε περισσότερο στην προοπτική της τουρκικής ένταξης στην Ένωση ήταν πάντα η Γερμανία, αφού δεν ήθελε την είσοδο στην Ε.Ε. ενός κράτους πληθυσμιακά μεγαλύτερου από αυτήν.
2. Οι Τούρκοι ψηφοφόροι
Το 2016, όταν οι εντάσεις κορυφώνονταν στην Τουρκία λόγω του αποτυχημένου πραξικοπήματος, άρχισαν να ταράζουν και τη Γερμανία. Στις 31 Ιουλίου εκείνης της χρονιάς 40.000 άτομα συγκεντρώθηκαν σε μια διαδήλωση υπέρ του Ερντογάν στην Κολωνία, που διοργανώθηκε από διεθνείς λομπίστες του κυβερνώντος κόμματος AKP.
Η συγκέντρωση έδειχνε την κλίμακα της υποστήριξης των Τούρκων της Γερμανίας προς τον νεοσουλτάνο, αλλά και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν οι Γερμανοί πολιτικοί εάν μιλούσαν εναντίον του.
Από τα σχεδόν 4 εκατομμύρια άτομα τουρκικής καταγωγής που ζουν στη Γερμανία, οι μισοί διατηρούν την τουρκική υπηκοότητα, γεγονός που πρακτικά καθιστά τη Γερμανία την τέταρτη μεγαλύτερη εκλογική περιφέρεια της Τουρκίας.
- Από τους 570.000 Τούρκους της Γερμανίας που ψήφισαν το 2015 στις τουρκικές εκλογές, το 60% επέλεξε το κόμμα του Ερντογάν, ο οποίος πήρε έτσι μεγαλύτερο ποσοστό στη Γερμανία παρά μέσα στην πατρίδα του.
- Από τα 3.000 τζαμιά στη Γερμανία τα 2.000 είναι τουρκικά και από αυτά τα 900 χρηματοδοτούνται από το DITIB (παρακλάδι του Diyanet), μοχλό της τουρκικής κυβέρνησης, που στέλνει και τους ιμάμηδες από την Τουρκία.
- Η πλειονότητα των Τούρκων της Γερμανίας δεν έχει ενσωματωθεί στη γερμανική κοινωνία. Σήμερα, όμως, οι τουρκικής καταγωγής ψηφοφόροι είναι περίπου 2 εκατ. και ψηφίζουν στις γερμανικές εκλογές. Στην πλειονότητά τους είναι οπαδοί του Ερντογάν. Συνεπώς είναι καθοριστικός ο ρόλος τους στο εκλογικό αποτέλεσμα της Γερμανίας, κάτι που λαμβάνουν υπ' όψιν όλα τα γερμανικά κόμματα.
3. Ο μεταναστευτικός εκβιασμός
Το 2015, περίπου 1,2 εκατομμύρια μετανάστες μπήκαν στη Γερμανία πριν κλείσει η βαλκανική οδός και πριν η ευρωπαϊκή συμφωνία με την Τουρκία, το 2016, μειώσει τις ροές με αντάλλαγμα χρήματα.
Μπορεί η εισροή των μεταναστών και προσφύγων να έμοιαζε ταιριαστή με τις ανάγκες των γερμανικών εταιρειών, που κάποιες προέβλεπαν τότε ένα «οικονομικό θαύμα», αλλά οι μετανάστες ποτέ δεν ενσωματώθηκαν ικανοποιητικά, ενώ άρχισαν να δημιουργούνται σοβαρά πολιτικά προβλήματα στη χώρα (άνοδος της ακροδεξιάς AfD, δυσφορία στη γερμανική κοινωνία κ.λπ.).
Η Μέρκελ άνοιξε τα σύνορά της θέλοντας ουσιαστικά να εξυπηρετήσει - πάλι - τα οικονομικά συμφέροντα της χώρας της, αλλά ο πολιτικός αντίκτυπος που πυροδοτήθηκε ήταν καταλυτικός. Συνεχίζει, λοιπόν, να φοβάται μια έκρηξη των εισροών προς την Ευρώπη από μια δυσαρεστημένη Τουρκία. Χαρτί το οποίο παίζει διαρκώς ο Ερντογάν εκβιάζοντας με αυξημένες ροές.
4. Μπίζνες και τράπεζες
Μια κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας θα πονούσε ιδιαίτερα τη Γερμανία, αλλά όχι μόνο αυτήν.
- Σχεδόν 10 δισ. δολ. επενδύσεις και 7.500 επιχειρήσεις γερμανικών συμφερόντων βρίσκονται στην τουρκική επικράτεια.
- Πάνω από 7.400 επιχειρήσεις στην Τουρκία έχουν χρηματοδοτηθεί από γερμανικές τράπεζες.
- Οι γερμανοτουρκικές επιχειρήσεις στη Γερμανία ανέρχονται σε 80.000.
- Μόνο το 2019 οι γερμανικές εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία έφταναν σχεδόν τα 400 εκατ. δολ.
- Ο όγκος του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε περίπου στα 40 δισ. δολάρια (2017) αντιπροσωπεύοντας περίπου το 1,5% του γερμανικού διεθνούς εμπορίου και το 10% του αντίστοιχου τουρκικού. Οι συνολικές εξαγωγές της Γερμανίας (2017) ανήλθαν σε περίπου 1,4 τρισ. δολάρια, ενώ οι τουρκικές εξαγωγές, αντίστοιχα, σε 156 δισ. δολάρια. Το 2019 οι γερμανικές εξαγωγές προς την Τουρκία προσέγγισαν τα 22 δισ. δολ.
- Αν και για την Τουρκία η Γερμανία αποτελεί την πρώτη χώρα για τις εξαγωγές της, για τη Γερμανία η Τουρκία βρίσκεται στη 16η θέση.
- Το 2019 η Τουρκία παρέμεινε ο Νο 1 εισαγωγέας γερμανικών όπλων, παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ψήφισε τον περιορισμό των πωλήσεων όπλων στην Τουρκία. Μόνο τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους οι συμβάσεις ήταν ύψους 250,4 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με «διαρροές» στον γερμανικό Τύπο, για το σύνολο του 2019 η Τουρκία παρέλαβε όπλα αξίας 388,6 εκατ. δολ.
Το ενδεχόμενο επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία, το οποίο η Γερμανία ούτε καν θέλει να το συζητάει όπως φάνηκε και στην τελευταία σύνοδο κορυφής, θα αποτελούσε σημαντικό πλήγμα για την οικονομία της, αλλά η Ε.Ε. φοβάται για τις συνέπειες στις ευρωπαϊκές τράπεζες που βρίσκονται εκτεθειμένες στο... ξεχειλισμένο πια τουρκικό χρέος.
Ο γερμανικός Τύπος ανησυχούσε ακόμα και για ένα ντόμινο κρίσης σε μεγάλες τράπεζες της Ευρώπης που έχουν επενδύσει στο τουρκικό χρέος, με απόδοση 12% - 14%, αλλά και στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Ο γερμανικός τραπεζικός τομέας, πάντως, είναι λιγότερο εκτεθειμένος στην Τουρκία σε σχέση με τη Γαλλία ή την Ισπανία.
Η συνολική έκθεση των διεθνών τραπεζών σε τουρκικά κρατικά ομόλογα και εταιρείες ήταν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020 πάνω από 180 δισ. δολ. σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΒΙS), με τις ευρωπαϊκές τράπεζες να έχουν το μεγαλύτερο μέρος.
Οι ισπανικές τράπεζες έχουν επενδύσει 62 δισ. δολάρια, οι γαλλικές 29 δισ. δολ, οι βρετανικές 12, οι γερμανικές 11 και οι ιταλικές 9 δισ. δολ. Αντίστοιχα είναι τα ποσά και των άμεσων εταιρικών επενδύσεων, όπου οι γερμανικές διατηρούν τα πρωτεία.
5. Μια στρεβλή αντίληψη
Όπως έχει δηλώσει ο Πολωνός ευρωβουλευτής Σικόρσκι, στα θέματα της εξωτερικής και της αμυντικής πολιτικής «η Γερμανία κάνει πάντα πολύ λίγα και πολύ αργά». Η Γαλλία, υπό τον Μακρόν, προσαρμόστηκε πιο γρήγορα από ό,τι το Βερολίνο στη νέα πραγματικότητα, με την απόσυρση της εγγύησης ασφαλείας των ΗΠΑ από την Ευρώπη και την τουρκική επιθετικότητα στη Μεσόγειο.
Έστω και δειλά ή απρόθυμα, η Γερμανία αρχίζει τουλάχιστον να αποδέχεται την άποψη Μακρόν ότι η Ευρώπη θα πρέπει να κάνει περισσότερα για τον εαυτό της, αλλά και για την ιδέα περί «ευρωπαϊκής κυριαρχίας», που στο παρελθόν προκαλούσε μειδιάματα στο Βερολίνο, επειδή αρέσκεται στα οφέλη, αλλά όχι στο κόστος μιας ευρωπαϊκής ηγεσίας.
Η μεγαλύτερη ίσως αυταπάτη της Γερμανίας είναι ότι το εμπόριο και η οικονομία μπορούν να απομονωθούν από τη γεωπολιτική. Η στάση της Γερμανίας προς την Τουρκία, η έμπρακτη θέσπιση αυστηρών ορίων από την Ε.Ε. στην επιθετικότητα της Τουρκίας κατά της κυριαρχίας ευρωπαϊκών χωρών (Ελλάδας, Κύπρου) και άλλα θέματα, όπως π.χ. ο αγωγός φυσικού αερίου από τη Ρωσία ή το κινεζικό 5G, είναι, εκτός από οικονομικά, κυρίως πολιτικά πρότζεκτ.
Η Φραντσίσκα Μπράντνερ, βουλευτής των Πρασίνων, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η υπόλοιπη Ευρώπη δεν πρόκειται να γίνει πιο κυρίαρχη αν η Γερμανία ακολουθεί πάντα την οδό των εθνικών της συμφερόντων». Όπως, για παράδειγμα, διαφαίνεται και από τη συναντίληψη μεταξύ Άγκυρας - Βερολίνου - Μόσχας π.χ. στο Λιβυκό, αλλά και στην ενεργειακή τους συνεργασία, με στάση καθαρά φιλογερμανική και σαφώς «υπονομευτική» για τα συμφέροντα της υπόλοιπης Ευρώπης.
6. Συμμαχία με ιστορικό βάθος
Οι γερμανοτουρκικές γεωπολιτικές και οικονομικές σχέσεις ανάγονται από την εποχή των αυτοκρατοριών, της Γερμανικής και της Οθωμανικής, και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι σχέσεις αυτές είναι πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές. Η μία είχε ανάγκη την άλλη καθώς:
- Όταν η Γερμανική Αυτοκρατορία προσπαθούσε να ανταγωνιστεί τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις, Αγγλία και Γαλλία, χρειαζόταν την Οθωμανική, κυρίως γεωστρατηγικά.
- Όταν η Οθωμανική, από την πλευρά της, πάλευε να αποφύγει κάθε τρεις και λίγο την πολιτική και οικονομική κατάρρευση, συχνά απευθυνόταν στους Γερμανούς για να λύσει τα προβλήματα. Ο πρώτος οικονομικός εταίρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Ευρώπη ήταν η Γερμανία.
Τον Ιούλιο του 1941, αθετώντας υποχρεώσεις που είχε αναλάβει έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών μέσω επίσημων συνθηκών, η Τουρκία υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με τη ναζιστική Γερμανία. Τυπικά διακήρυττε ουδετερότητα αλλά πίσω από κλειστές πόρτες η Τουρκία διαπραγματευόταν την ένταξή της στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας έναντι εδαφικών ανταλλαγμάτων.
Από τα ελληνικά εδάφη ζητούσε να πάρει τα Δωδεκάνησα, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, την Κύπρο, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης κ.ά. Παρόμοια παζάρια έκανε και με τους Άγγλους, αφού δεν ήξερε πού θα «κάτσει η μπίλια» όσον αφορά την έκβαση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Έχοντας κάνει ό,τι μπορούσε για να εξασφαλίσει τη στήριξη των γερμανικών στρατευμάτων στη διάρκεια του πολέμου, στις 23 Φεβρουαρίου 1945, όταν δηλαδή η συντριβή των ναζί είχε «κλειδώσει», η Τουρκία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας. Για τα μάτια του κόσμου...
Τουρκία του Ερντογάν: Ή όλα ή τίποτε
Από
Militaire News -
07/10/2020
Η λυδία λίθος που θα καθορίσει το εάν η Τουρκία θα βαδίσει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση είναι η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Του Γιώργου Καραμπελιά
ΑΡΔΗΝ
Επί δεκαετίες, τουλάχιστον, όλα έμοιαζαν να λειτουργούν θετικά για την Τουρκία. Η ενίσχυση του ισλαμισμού διεθνώς, η ισχυρή δημογραφία, η αυξανόμενη ισχύς των τουρκικών μειονοτήτων στη Δύση, η υποχώρηση του κουρδικού κινήματος, μετά τη σύλληψη του Οτσαλάν, ο πακτωλός των χρημάτων από τις χώρες του Κόλπου, η βιομηχανία υποκατάστασης εισαγωγών αλλά και οι μεγάλες εξαγωγές οχημάτων -πάνω από 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο-, η συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου, η κατάρρευση όλων των ισχυρών γειτονικών χωρών, αρχίζοντας από το Ιράν, το 1979, και καταλήγοντας στη Συρία, το 2012, ενώ στο μεταξύ θα έχει διαλυθεί η Σοβιετική Ένωση, θα έχει αποσυντεθεί το Ιράκ, στα Βαλκάνια θα εκλείψει ο ισχυρός γιουγκοσλαβικός πόλος και η Ελλάδα θα εισέλθει στη μακρόχρονη μνημονιακή κρίση.
Αποφασιστικό ρόλο διαδραμάτισε η ενίσχυση του Ισλάμ, που αγκάλιασε το σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου δίνοντας συχνά την αίσθηση και την ψευδαίσθηση ενός ενιαίου μουσουλμανικού στρατοπέδου ως γεωπολιτικού bloc, ιδιαίτερα στην εγγύς και τη Μέση Ανατολή. Αποφασιστική σημασία για την μεταβολή της μουσουλμανικής θρησκείας σε πολιτική ιδεολογία, θα διαδραματίσουν ένα σύνολο από γεγονότα -η εγκατάσταση του κράτους του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, οι αλλεπάλληλοι ισραηλινο-αραβικοί πόλεμοι, η απόρριψη της εκδυτικισμού του Σάχη στο Ιράν, η επέμβαση των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν η εισβολή των Αμερικανών σε Ιράκ και Αφγανιστάν.
Η Τουρκία υπήρξε η τελευταία δύναμη, μετά το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία, που θα επιχειρήσει να μεταβάλει το κύμα του ισλαμισμού σε όπλο γεωπολιτικής ισχύος: εκπρόσωπος της τελευταίας μουσουλμανικής αυτοκρατορίας, σημαντική γεωπολιτικά, με πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη, και στενές σχέσεις με τη Δύση.
Στα πλαίσια της κατάρρευσης του μονοπολικού δυτικού κόσμου, η Τουρκία πίστεψε πως είχε τις δυνατότητες να αποτελέσει τον πυρήνα ενός παγκόσμιου ισλαμικού πόλου, καθώς ο αραβικός κόσμος είχε υποστεί καθίζηση και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης είχε «απελευθερώσει» τα δεκάδες εκατομμύρια των τουρκόφωνων της Κεντρικής Ασίας. Το τουρκικό πολιτικό ισλάμ, με εκπροσώπους τον Ερμπακάν, τον Γκιούλ, τον Νταβούτογλου και κατεξοχήν τον Ερντογάν και τον Φετουλάχ Γκιουλέν ως ιδεολογικό του μέντορα, θα επιχειρήσει να εκπροσωπήσει όλους τους μουσουλμάνους. Ο παραδοσιακός εθνοκρατικός κεμαλισμός, αναγκαίος για την ανασυγκρότηση του τουρκισμού, θα δώσει τη θέση του σε μια νέα σύνθεση τουρκισμού, παντουρανισμού, οθωμανισμού και ισλαμισμού, δηλαδή του νεο-οθωμανικού ισλαμοκεμαλισμού.
Εξάλλου, όσο και να φαίνεται παράδοξο σε όσους αντιπαραθέτουν την κοσμική Τουρκία του Κεμάλ με την ισλαμική Τουρκία του Ερντογάν, υπάρχει απόλυτη συνέχεια ανάμεσά τους. Απλώς εκπροσωπούν διαφορετικές φάσεις της νεότερης τουρκικής ιστορίας. Η Τουρκία του Κεμάλ επιχείρησε, -μετά την εθνοκάθαρση και την εκδίωξη των χριστιανικών πληθυσμών, Ελλήνων και Αρμενίων-, να ενσωματώσει σε ένα τουρκικό εθνικό κράτος όλους τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς, Λαζούς τσερκέζους, Άραβες και προπαντός τους Κούρδους. Και εν μέρει το πέτυχε, καθώς πληθυσμοί χωρίς ισχυρή εθνική συνείδηση ενσωματώθηκαν στον τουρκισμό. Όμως αυτό το εγχείρημα απέτυχε ως προς τη σημαντικότερη ομάδα, τους Κούρδους, οι οποίοι ξεκίνησαν και ένοπλο αγώνα υπό τον Οτσαλάν και το ΡΚΚ. Τότε, το κεμαλικό τουρκικό πολιτικό σύστημα -μετά το πραξικόπημα του στρατηγού Εβρέν το 1980- θα αρχίσει να χρησιμοποιεί το ισλάμ σε μια έσχατη απόπειρα ενσωμάτωσης των Κούρδων και θα δημιουργηθούν μαζικά τα πρώτα ισλαμικά σχολεία. Τον ίδιο δρόμο θα ακολουθήσει και ο Οζάλ και θα τον ολοκληρώσουν ο Ερμπακάν και ο Ερντογάν που θα μεταβάλουν το πολιτικό ισλάμ σε κυρίαρχη δύναμη της Τουρκίας. Καθώς λοιπόν ο ισλαμισμός θα καταστεί παγκόσμιο κίνημα, η τουρκική εκδοχή του Ισλάμ, στηριγμένη στα διεθνή δίκτυα του Φετουλάχ Γκιουλέν, θα καταστεί και «εξαγώγιμο» προϊόν. Και ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να μεταβληθεί στον νέο Καλίφη μετά τον σουλτάνο.
(Η Τουρκία) Σταδιακώς, μεταβάλλεται σε μία δύναμη του «ενδιάμεσου χώρου» που χρησιμοποιεί τη στρατηγική γεωπολιτική της θέση για να καθίσταται απαραίτητη σε όλους - μήπως όμως και να τους δυσαρεστεί όλους, μια και μάλλον δεν διαθέτει τα απαραίτητα μεγέθη ώστε να καταστεί η μεγάλη δύναμη που ονειρεύεται;
Αυτή η νέα πορεία, μετά το 2010 και το Μαβί Μαρμαρά, θα οδηγήσει σε μία σειρά από μετατοπίσεις μεγάλης κλίμακας. Κατ' αρχάς, θα διαρραγεί η στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ ενώ, με την εμπλοκή του στην αραβική Άνοιξη και τη συμμαχία με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, θα έλθει σε αντιπαράθεση με τις σημαντικότερες αραβικές χώρες, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία, Συρία. Την ίδια περίπου εποχή, θα πραγματοποιηθεί η ρήξη με τον Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος δεν επεδίωκε την αντιπαράθεση με τη Δύση αλλά τη μεταβολή της Τουρκίας στον προνομιακό συνομιλητή της. Ρήξη που θα οδηγήσει στο πραξικόπημα του 2016, όταν ο Ερντογάν, μαζί με τους Γκρίζους Λύκους και τους ευρασιανιστές στρατηγούς, θα έρθει σε σύγκρουση με τους γκιουλενιστές, τους κεμαλικούς και τις υπηρεσίες... των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Εν συνεχεία, με αφετηρία το κουρδικό ζήτημα στη Συρία και το Ιράκ, θα προσεγγίσει εκών ή άκων τη Ρωσία και το... Ιράν, και την Κίνα στο οικονομικό πεδίο. Απομακρύνεται έτσι όλο και περισσότερο από τη Δύση αναπτύσσοντας μία ευρα σιατική στρατηγική, ενώ συγκρούεται και με τη Γαλλία στην Αφρική. Σταδιακώς, μεταβάλλεται σε μία δύναμη του «ενδιάμεσου χώρου» που χρησιμοποιεί τη στρατηγική γεωπολιτική της θέση για να καθίσταται απαραίτητη σε όλους - μήπως όμως και να τους δυσαρεστεί όλους, μια και μάλλον δεν διαθέτει τα απαραίτητα μεγέθη ώστε να καταστεί η μεγάλη δύναμη που ονειρεύεται;
Η λυδία λίθος που θα καθορίσει το εάν η Τουρκία θα βαδίσει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση είναι η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Διότι μία Τουρκία σε ένοπλη αντιπαράθεση με την Ελλάδα, την Κύπρο, και εμμέσως ή ανοικτά με τη Γαλλία και το Ισραήλ, θα οδηγηθεί σε ρήξη με το δυτικό στρατόπεδο. Όσο και εάν η Γερμανία και η ΗΠΑ, η καθεμιά για τους δικούς της λόγους, δεν επιθυμούν μία ρήξη με την Τουρκία, θα υποχρεωθούν να πάρουν θέση.
Εάν δε η Ευρώπη, σπρωγμένη και από μια τέτοια σύγκρουση, αποκτήσει μία κατ' ελάχιστον ενιαία στρατιωτική και πολιτική υπόσταση, είναι πιθανό και η Ρωσία να εγκαταλείψει τις ευρασιανικές ονειρώξεις του Ντούγκιν και να στραφεί προς τον φυσικό της ευρωπαϊκό χώρο. Εξάλλου, η ενεργός ανάμιξη της Τουρκίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στο πλευρό των τουρκόφωνων σιιτών Αζέρων, απειλεί να πλήξει τη Ρωσία στο μαλακό της υπογάστριο, του Καυκάσου και των τουρκόφωνων δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας.
Ο χρόνος για πρώτη φορά μετράει αντίστροφα
Παράλληλα, ο χρόνος μοιάζει να δουλεύει, ίσως για πρώτη φορά, εναντίον της. Η οικονομική επέκταση αγκομαχά, το κύμα του ισλαμισμού χάνει την ισχύ του και πληθαίνουν οι αντίπαλοι και οι ανταγωνιστές.
Στο εσωτερικό συρρικνώνεται η βάση του καθεστώτος: σύγκρουση με τον δημιουργό του τουρκικού ισλαμισμού, τον Φετουλάχ Γκιουλέν, και με τον θεωρητικό του νεο-οθωμανισμού Ντραβούτογλου﮲ αποξένωση από τα δυτικόστροφα μεσαία στρώματα, μετά την εξέγερση στο πάρκο Γκεζί, το 2013﮲ κατάρρευση της τουρκικής λίρας που συρρικνώνει δραματικά τα εισοδήματα﮲ αυξανόμενη αποξένωση των κουρδικών πληθυσμών. Τέλος στερεύουν οι εισροές κεφαλαίων.
Η χρήση του ισλαμισμού καθίσταται μάλλον αντιπαραγωγική, στον βαθμό που η ίδια η πατρίδα του Προφήτη, η Σαουδική Αραβία, η μεγαλύτερη αραβική χώρα, η Αίγυπτος, καθώς και τα υπερεξοπλισμένα Εμιράτα, μεταβάλλονται στον ανοιχτό αντίπαλο της Τουρκίας στο εσωτερικό του μουσουλμανικού κόσμου.
Η αραβοϊσραηλινή προσέγγιση και η άνοδος του Μπάιντεν στον προεδρικό θώκο μπορεί να οδηγήσει τουλάχιστον άμεσα, σε ρεαλιστικότερη πολιτική απέναντι στους Παλαιστίνιους, οπότε θα μειωθεί έτι περαιτέρω η σημασία του πολιτικού ισλάμ.
Καθώς ο αραβικός εθνικισμός επιστρέφει, ο τουρκικός ισλαμισμός οδηγείται σε μια παρά φύση συμμαχία με το... σιιτικό Ιράν προκειμένου να αντιμετωπίσει την κοινή κουρδική απειλή. Με συνέπεια μεγαλύτερες αντίθεσεις με το Ισραήλ, τα Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ. Ενώ και στο Αζερμπαϊτζάν η συμμαχία με τους σιίτες Αζέρους εδράζεται αποκλειστικά στην εθνοτική-γλωσσική κοινότητα, καθώς το σιιτικό Ιράν στηρίζει την Αρμενία! Τέλος, η συμμαχία με τη Ρωσία παραπαίει καθώς συγκρούεται μαζί της στη Συρία, τη Λιβύη, ίσως και τον Καύκασο!
Εν τέλει, το ισλάμ της Τουρκίας γίνεται κατεξοχήν τουρκικό, και αντί για στοιχείο ενοποίησης των μουσουλμάνων μετατρέπεται σε στοιχείο διαίρεσης.
Η Τουρκία διατηρεί ακόμα σημαντικές προσβάσεις στους παραδοσιακούς της συμμάχους, το Πακιστάν, τη Μαλαισία, τη μουσουλμανική μειονότητα της Ινδίας, το Μπαγκλαντές, πολλές μουσουλμανικές χώρες της Μαύρης Αφρικής καθώς και στους μουσουλμάνους της Δυτικής Ευρώπης και της Ρωσίας, δημιουργώντας νέους εχθρούς στην Ινδία και τη Γαλλία σε μια φρενιτιώδηυπερεπέκταση.
Γενικότερα, η Τουρκία του Ερντογάν έχει υπερεπεκταθεί σε όλα τα πεδία, στην οικονομία, στις στρατιωτικές δαπάνες, στον ιδεολογικό μπιζιμποντισμό, πολύ περισσότερο από όσο αντέχουν τα πραγματικά μεγέθη και οι δυνατότητές της.
Και αν κάποιοι θωρήσουν υπερβολή την ανάδειξη της Ελλάδας ως τη λυδία λίθο που θα κρίνει την εξέλιξη της τουρκικής πολιτικής έναντι της Δύσης αλλά και του μέλλοντος της Τουρκίας, ας αναλογιστούν τι συνέβη... διακόσια χρόνια πριν
Πολλοί Τούρκοι εθνικιστές αλλά και δυτικοί, ή και Έλληνες «κατευναστές», αυτό ακριβώς προσάπτουν στον Ερντογάν. Ότι δηλαδή, κρίνει την ταχύτητα επέκτασης της τουρκικής επιρροής με βάση το δικό του προσωπικό «ρολόι» και όχι εκείνο των μακροπρόθεσμων συμφερόντων της Τουρκίας.
Εντούτοις, ο Ερντογάν οδηγήθηκε στη στρατηγική της υπερεπέκτασης σπρωγμένος από μια αδήριτη αλληλουχία γεγονότων. Η κατάρρευση του Ιράκ και της Συρίας ενίσχυσε τα κουρδικά αυτονομιστικά κινήματα ενώ παράλληλα ενισχύθηκε το HDP στο εσωτερικό της Τουρκίας. Σε ένα πλαίσιο παγκόσμιας ενίσχυσης του ισλαμισμού η Τουρκία θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει άμεσα όσες ευνοϊκές συγκυρίες διέθετε, ώστε να προλάβει τις μακροπρόθεσμες γεωπολιτικές εξελίξεις. Πάνω από όλα, τη συγκρότηση σε κράτος του κουρδικού έθνους, που ξεπερνάει ήδη τα 35 εκατομμύρια πληθυσμό, την αυξανόμενη ισχύ του αραβικού κόσμου, την ενίσχυση των αντι-ισλαμικών ρευμάτων σε όλη την Ευρώπη, την πιθανή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά από 10 χρόνια κρίσης. Συνεπώς, η φυγή προς τα μπρος και η επέκταση έμοιαζαν αναπόφευκτες και όχι απλά μία επιλογή ανάμεσα σε άλλες. Αυτό εξάλλου κάνει τόσο επικίνδυνη την Τουρκία, το ότι η επέκταση είναι όρος επιβίωσης γι' αυτήν. Είτε θα μεταβληθεί σε μεγάλη δύναμη, εδώ και τώρα, είτε θα οδηγηθεί σε κρίση και συρρίκνωση.
Εάν η Τουρκία δεν είχε παρέμβει στις εξελίξεις, τότε οι Κούρδοι θα είχαν δημιουργήσει απειλητικές κρατικές ή ημικρατικές οντότητες σε Συρία και Ιράκ, τη στιγμή που σε 10 ή 20 χρόνια ο κουρδικός πληθυσμός της Τουρκίας και του άμεσου περίγυρού της θα ξεπερνά τον τουρκικό πληθυσμό. [Ήδη ο τουρκικός πληθυσμός αποτελεί μόλις το 70% του πληθυσμού ενώ ένα 20%, τουλάχιστον, δηλαδή οι Κούρδοι, έχουν δική τους αυτόνομη εθνική συνείδηση]. Παράλληλα, ο αραβικός κόσμος της Μέσης Ανατολής θα έχει μεταβληθεί σε μία, πληθυσμιακή υπερδύναμη. (Ήδη, η Αίγυπτος αριθμεί 110 εκατομμύρια πληθυσμό, και διαθέτει ισχυρότατο στρατό, η άλλοτε έρημη Αραβική Χερσόνησος φθάνει τα 90 εκατομμυρία, ενώ οι χώρες του Μαγκρέμπ θα φτάσουν σύντομα τα 100 εκατομμύρια, ένας ακόμα λόγος που καθιστούσε «υποχρεωτική» την επέμβαση στη Λιβύη.) Παράλληλα, ο ενοποιητικός ο ρόλος του πολιτικού ισλάμ υποχωρεί -και οι Κούρδοι εξάλλου μουσουλμάνοι είναι.
Κατά συνέπεια, η Τουρκία είτε θα μεταβληθεί σε μία μεγάλη δύναμη που θα ενσωματώσει πληθυσμούς, εδάφη και θάλασσες, είτε θα υποχρεωθεί να μεταβληθεί σε εθνικό κράτος έχοντας απωλέσει σημαντικό κομμάτι εδαφών και κάθε μεγαλοϊδεατικό όνειρο. Εφόσον η προσπάθεια της ένταξης των Κούρδων σε ένα δημοκρατικό ισλαμικό κράτος, που επιχειρήθηκε στη δεκαετία του 2000, θα αποδειχθεί φενάκη, δεν έμενε άλλος δρόμος από τη στρατιωτικοποίηση της αντιπαράθεσης και τη μεταβολή του τουρκικού ισλάμ σε όπλο μιας sui generis τουρκικής «τζιχάντ».
Και μια και τα πράγματα έφτασαν εκεί, δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά η εμμονή σε αυτόν. Διαφορετικά, η Τουρκία θα έπρεπε να εγκαταλείψει τον ισλαμισμό, αποδεχόμενη τον αυξανόμενο ρόλο των αλεβιτών και των κοσμικών τουρκικών πληθυσμών των παραλίων, καθώς και μια μορφή τουρκο-κουρδικής Ομοσπονδίας, που θα οδηγούσε μακροπρόθεσμα στη συγκρότηση ενός ενιαίου κουρδικού κράτους. [Άλλωστε, το γεγονός ότι η Τουρκία δεν είναι μονοεθνικό κράτος καταδεικνύεται από τον υστερικό και ανασφαλή εθνικισμό της και από την επιστράτευση του ισλάμ ως εσωτερικού ενοποιητικού στοιχείου.]
Μόνο μία τέτοια Τουρκία, εντελώς απίθανη σήμερα, θα μπορούσε να εδραιώσει ειρηνικές σχέσεις με όλους τους γείτονές της, και κατεξοχήν τους Έλληνες της Ελλάδας και της Κύπρου. Προοπτική που μοιάζει σήμερα με σενάριο επιστημονικής φαντασίας και η πραγματοποίησή του προϋποθέτει την κατάρρευση του ισλαμοφασισμού και του Ερντογάν που συνδέθηκε άρρηκτα μαζί του.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η στάση του Ερντογάν ήταν τόσο παρανοϊκά επιθετική έναντι των Ελλήνων· γι' αυτό και η ισλαμοποίηση της Αγίας Σοφίας, γι' αυτό και η ανάμειξη στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, ως μία στρατιωτική φυγή προς τα μπρος, γι' αυτό εντέλει και acontrario η... πρόσκαιρη διπλωματική αναδίπλωση του Ερντογάν μετά τη σθεναρή ελληνική στάση!
10.10.2020 / ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛAΚΑΣ
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2146 στις 8-10-2020
Το «πώμα» του μπουκαλιού της Κασπίας και η Τουρκία
Το ξέσπασμα του πολέμου στον Καύκασο μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν προσφέρει μια «ευκαιρία» για να δει κάποιος πως η Τουρκία συμμετέχει στο παιχνίδι που γίνεται στη «Μεγάλη (παγκόσμια) Σκακιέρα» και ταυτόχρονα να κατανοήσει γιατί ο Ερντογάν απολαμβάνει τη σκανδαλώδη εύνοια της Δύσης παρά την πειρατική του συμπεριφορά στην ανατολική Μεσόγειο.
Για να αντιληφθούμε το παιχνίδι και το «έπαθλο» που διεκδικούν οι γεωπολιτικοί παίκτες (ανάμεσά τους και η Τουρκία) αρκεί να δούμε πώς ο ακαδημαϊκός και εκ των σχεδιαστών της μεταψυχροπολεμικής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής Zbigniew Brzezinski περιέγραφε το Αζερμπαϊτζάν στο περίφημο βιβλίο του «Η Μεγάλη Σκακιέρα» (1998, Λιβάνης): «Το Αζερμπαϊτζάν, μπορεί να περιγραφεί ως το σημαντικά ζωτικό "πώμα" που ελέγχει την πρόσβαση στο μπουκάλι το οποίο περιέχει τα πλούτη της λεκάνης της Κασπίας και της κεντρικής Ασίας».
Σύμφωνα με όσα από το 1998 έγραφε ο εκλιπών Brzezinski αλλά και με όσα έχουμε δει αυτά τα χρόνια από τότε μέχρι και σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν (οφείλουν) να εμποδίσουν τη Ρωσία να κυριαρχήσει αποκλειστικά στον μείζονος σημασίας γεωπολιτικό χώρο της περιοχής.
Στην ανάλυσή του για την Τουρκία το 1998 ο Brzezinski «έβλεπε» τρία πιθανά ενδεχόμενα: «Η Τουρκία, ένα μετα-αυτοκρατορικό κράτος που είναι ακόμη στη διαδικασία επαναπροσδιορισμού της ταυτότητάς του, τραβιέται προς τρεις κατευθύνσεις. Οι εκσυγχρονιστές θα ήθελαν να τη δουν να γίνεται ευρωπαϊκό κράτος και επομένως κοιτούν προς τη Δύση, οι ισλαμιστές γέρνουν προς την κατεύθυνση της Μέσης Ανατολής και της μουσουλμανικής κοινότητας και επομένως κοιτούν προς τον Νότο και οι εθνικιστές με ιστορική οπτική βλέπουν στους τουρκικούς λαούς της λεκάνης της Κασπίας και της κεντρικής Ασίας μια νέα αποστολή για μια κυρίαρχη περιφερειακά Τουρκία».
Σήμερα η Τουρκία έχει προφανώς επιλέξει την ταυτότητά της και την πορεία της «μακριά» ή «απέναντι» από τη Δύση. Παρόλα αυτά το ισλαμο-εθνικιστικό σημερινό τουρκικό κράτος είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητο για την υλοποίηση των δυτικών σχεδιασμών στην Κασπία (και αλλού). Η τουρκική ανάμειξη υπέρ του Αζερμπαϊτζάν προσφέρει μια τεράστια υπηρεσία στο αμερικανοΝΑΤΟϊκό σύστημα καθώς η πιθανότητα κατάρρευσης της Αρμενίας δημιουργεί ανυπέρβλητα προβλήματα στους εχθρούς (όπως μας είπε και ο Πομπέο) Ρώσους...
Η Μόσχα, όπως εξελίσσεται η κατάσταση στο πεδίο της μάχης στο Αζερμπαϊτζάν, γνωρίζει ότι έχει ήδη χάσει: Αν δεν επέμβει θα χάσει κάθε επιρροή στον ζωτικής σημασίας γεωπολιτικό χώρο. Αν επέμβει, θα διασώσει την Αρμενία, αλλά θα δει να δρομολογείται η ένταξη στο ΝΑΤΟ της Ουκρανίας και της Γεωργίας.
Και εμείς περιμένουμε υποστήριξη από τις ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας...
"Το μεταβατικό καθεστώς της «αποκλιμάκωσης» εργαλείο για την στρατηγική παράλυση της χώρας"
Από
Militaire News -
08/10/2020 | 06:20
Tου Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Από την πρώτη στιγμή τονίσαμε, πως είναι λάθος να εκλαμβάνεται ως «αποκλιμάκωση» ένας κατ' εξοχήν επιθετικός τακτικισμός (και τέτοιος ήταν η υπαγορευμένη προσωρινή απόσυρση του ORUC REIS αλλά και του ΓΙΑΒΟΥΖ από τις Ελληνικές και τις Κυπριακές θάλασσες)...
Τονίσαμε επίσης, πως η επιμονή των κυρίαρχων του πολιτικού συστήματος, να εκλαμβάνουν ως εκδήλωση «συμμαχικής αλληλεγγύης» την διαμεσολάβηση των Ευρωατλαντικών δομών στην επίτευξη αυτής της «αποκλιμάκωσης», συνιστά θεμελιώδη στρατηγική αστοχία. Δυστυχώς, οι εξελίξεις και αυτή την φορά, δεν άργησαν να μας επιβεβαιώσουν...
Η υποτιθέμενη «αποκλιμάκωση», στην λογική της οποίας παγιδεύτηκε η Ελλάδα, είναι μεταξύ άλλων, μια προσωρινή μεταβατική κατάσταση απολύτως απαραίτητη, τόσο για την προώθηση των Αμερικανικών στρατηγικών σχεδιασμών στην περιοχή, όσο και για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των Τουρκικών περιφερειακών επιδιώξεων. Αποδεικνύεται όμως εξόχως καταστροφική...
KAI για το διπλωματικό περιβάλλον το οποίο διεμβολίζεται επιμελώς και συστηματικά από την Τουρκική μαξιμαλιστική ατζέντα...
Αλλά ΚΑΙ για την βίαιη ανακοπή των πρώιμων προσπαθειών που παρατηρήθηκαν τις ημέρες της κρίσης, και συντήρησαν ελπίδες για μια ουσιαστική διεύρυνση στην Ελληνική στρατηγική σκέψη. Οι προσπάθειες αυτές τελικά ΔΕΝ τελεσφόρησαν, ΟΥΤΕ στο επίπεδο της διαχείρισης των συνεργασιών, αλλά ΟΥΤΕ και σε αυτό των αναγκαίων στρατηγικών αναπροσανατολισμών που έχει ανάγκη ο τόπος.
Για τους Αμερικανούς, η επιχειρησιακή επάνοδος στην ΝΑ Μεσόγειο, αποδεικνύεται πως είναι μια διαδικασία περισσότερο σύνθετη σε σχέση με το παρελθόν, αφού και οι ίδιοι βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με μια σειρά από καινούρια τετελεσμένα και νέες διαχειριστικές προκλήσεις...
Η Ρωσία έχει ισχυροποιήσει την θέση της, «χτίζοντας» το νέο της εφαλτήριο πάνω στα ερείπια που άφησαν οι στρατηγικές αποτυχίες των Αμερικανών κατά την διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας με προεξάρχον αυτό της «Αραβικής Άνοιξης»...
Η Κίνα αν και αθόρυβη, εν τούτοις υπήρξε αποτελεσματική και με θετικό απολογισμό σε καινούριες θέσεις που διασφάλισε μέσω της ήπιας διείσδυσης σε κομβικούς τομείς της Δυτικής οικονομίας. Την ίδια στιγμή σήκωσε το γάντι σε σειρά προκλήσεων στις ζώνες αυξημένου στρατηγικού ενδιαφέροντος, διαμηνύοντας προς πάσαν κατεύθυνση ΚΑΙ την αυξημένη ετοιμότητά της να διαχειριστεί ευκαιρίες, αλλά ΚΑΙ την δεδομένη αποφασιστικότητά της να καταφύγει ακόμη και στην χρήση πραγματικής ισχύος, εάν και εφ' όσον αυτό κριθεί αναγκαίο από τους Κινέζους επιτελείς.
Η Τουρκία έχει διευρύνει σημαντικά και εν τέλει έχει θεμελιώσει τον γεωστρατηγικό της απογαλακτισμό από την στρατηγική των ΗΠΑ, ακροβατώντας μεταξύ περισσότερων του ενός ισχυρών δρώντων. Πρόκειται για έναν ρόλο τον οποίο εμφανίζεται διατεθειμένη να πουλήσει ακριβά σε κάθε ενδιαφερόμενο, διεκδικώντας για τον εαυτό της συγκεκριμένα ωφελήματα με αυξημένο ειδικό βάρος στην γεωπολιτική σκακιέρα. Επιχειρεί έτσι να επιβάλει στην πράξη τον αυτοτελή περιφερειακό της ρόλο, έχοντας όμως το βλέμμα στραμμένο στην θέση που θεωρεί ότι νομιμοποιείται να διεκδικεί, ως μέρος της ελίτ των ισχυρών του πλανήτη. Επιδιώκει να εργαλειοποιεί αντιθέσεις, ενώ δείχνει ιδιαιτέρως απρόθυμη να εργαλειοποιείται η ίδια, ακόμη και στο πλαίσιο των παραδοσιακών συμμαχικών δομών, και όλο αυτό συνιστά μια καινούρια εξέλιξη, που για την ίδια προϋποθέτει διαρκή και αναβαθμισμένη στρατηγική υποστήριξη των επιλογών της, ενώ για τους Αμερικανούς δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες στην διαχείριση των παραμέτρων της.
Οι παραδοσιακοί προσεταιρισμοί στο σύνολό τους επαναπροσδιορίζονται και η διαχείρισή τους παρουσιάζει αυξημένη δυσκολία, όχι μονάχα μεταξύ μικρών αλλά και μεταξύ ισχυρών δρώντων, ακόμη και στο πλαίσιο των παραδοσιακών συμμαχικών δομών (Ε.Ε, ΝΑΤΟ κοκ) κάτι που μέχρι χθες φάνταζε μάλλον αδιανόητο.
Η Τουρκία, σε πείσμα όλων αυτών που θεωρούν ότι μπορούν να την εντάξουν στην εξίσωση της «αποκλιμάκωσης», οργανώνει και υποστηρίζει επιχειρησιακά τον σχεδιασμό της, στο πλαίσιο της επιδίωξής της να καταστεί ισχυρή αεροναυτική δύναμη με περιφερειακό και διεθνές στρατηγικό αποτύπωμα.
Η εμπλοκή της στην σύγκρουση του Καυκάσου, δεν είναι μονάχα εμφανής αλλά εκ των πραγμάτων προκύπτει πως ήταν και πλήρως προσχεδιασμένη. Οι επιχειρησιακές ανάγκες αυτής της εμπλοκής, πιστοποιούν και έναν από τους λόγους που η Τουρκία χρειαζόταν το μεταβατικό καθεστώς της «αποκλιμάκωσης» στην ΝΑ Μεσόγειο. Φροντίζει ωστόσο να υπενθυμίζει στους πάντες, και πρώτα απ' όλα στους αφελείς της Αθήνας, πως στην διπλωματική της επίθεση, ακόμη και μέσα στο ευρωατλαντικό περιβάλλον, δεν υπάρχει κανενός είδους αποκλιμάκωση. Υπάρχει διαρκής πίεση και επιθετική εναπόθεση καινούριων απαιτήσεων, που «χτίζουν» τις θέσεις της εν όψει των εξελίξεων της επόμενης μέρας.
Προφανώς δεν πρόκειται για μια τυχαία εμπλοκή. Άλλωστε τα διαδραματιζόμενα στον Καύκασο δεν προσφέρονται για αυτοτελείς και αποσπασματικές αναγνώσεις. Είναι μέρος μιας δυνητικής ανάφλεξης που απειλεί να συμπαρασύρει μια ευρύτερη περιοχή, ενώ η Τουρκία στο πλαίσιο του Ηγεμονισμού της, διεκδικεί ρόλο στις εξελίξεις και δυνατότητα μόνιμης επιρροής στους τουρκογενείς πληθυσμούς. Αυτή η παράμετρος την καθιστά σήμερα μέρος του προβλήματος, αλλά η ίδια διεκδικεί να αποτελέσει αύριο και μέρος της λύσης του. Πρόκειται λοιπόν για μια «επένδυση» στις αντιθέσεις, η οποία με την σειρά της τροφοδοτεί αντιθέσεις ευρύτερες.
Αυτό είναι το περιβάλλον των εξελίξεων μέσα στο οποίο ενσωματώθηκε η Τουρκία σε ένα σκηνικό δήθεν «αποκλιμάκωσης» στο Αιγαίο και στην ΝΑ Μεσόγειο. Και το γεγονός ότι ενσωματώθηκε προσχηματικά, ενώ την ίδια στιγμή κλιμακώνει τις παράλογες διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδας και ενεργοποιεί «παγωμένους» σχεδιασμούς δεκαετιών στην κατεχόμενη Κύπρο, έχοντας εξασφαλίσει την ουσιαστική ασυλία των «διαμεσολαβητών» και κατά τα λοιπά «συμμάχων» μας, είναι αποκαλυπτικό της καινούριας κατάστασης με την οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη η χώρα, όταν καταρρεύσει και τυπικά το πέπλο των ψευδαισθήσεων που συντηρούνται από το πολιτικό της προσωπικό.
Η Ελλάδα «σπρώχτηκε» στο παραμυθένιο σκηνικό της «αποκλιμάκωσης», εγκαταλείποντας έτσι κάθε συζήτηση γύρω από τις επίκαιρες στρατηγικές προκλήσεις με τις οποίες είχε υποχρέωση να ασχοληθεί, στην βάση των καινούριων δυνατοτήτων και ευκαιριών που ανέδειξε η κλιμάκωση της Τουρκικής επιθετικότητας και αυτό είναι έγκλημα. Η πολιτική τάξη της χώρας, αναζητώντας εναγωνίως έναν σχετικά αξιοπρεπή συμβιβασμό στην λογική του «ΜΗ πολέμου», διείδε στο περιβάλλον της «αποκλιμάκωσης», ΟΧΙ τις πραγματικές παγίδες και τα στρατηγικά πισωγυρίσματα που της επέβαλαν οι «σύμμαχοι», αλλά την ευκαιρία για την συνέχιση της απροβλημάτιστης πολιτικής διαχείρισης και νομής της Εξουσίας. Παρέδωσε έτσι και πάλι την χώρα στην αυταπάτη του παρασιτικού προστατευτισμού, ανακόπτοντας κάθε συζήτηση που θα μπορούσε να δρομολογήσει την γεωπολιτική της χειραφέτηση.
Η χώρα με δυο λόγια εργαλειοποιήθηκε, για να προωθηθεί η κυρίαρχη επιδίωξη των Ευρωατλαντικών μας εταίρων, που ΔΕΝ είναι η διαφύλαξη ενός περιβάλλοντος σεβασμού των διεθνών Συνθηκών και συνακόλουθα της Εθνικής μας κυριαρχίας, αλλά η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανάσχεσης της Ρωσίας, προκειμένου να ανακοπεί η ισχυροποίηση της θέσης της στην ευρύτερη περιοχή.
Παράλληλη επιδίωξη βεβαίως είναι και η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανάσχεσης και της Κινεζικής διείσδυσης, η οποία κατ' απαίτηση των Αμερικανών, προϋποθέτει πως οι «πρόθυμοι» του εταιρικού κλαμπ, δημιουργούν γεωπολιτικά αναχώματα στην Κινεζική τεχνολογική και οικονομική επέλαση, βαθαίνοντας έτσι την μονομερή τους εξάρτηση αλλά και εκχωρώντας σημαντικό μέρος της Εθνικής τους κυριαρχίας, στο όνομα της υποτιθέμενης ασφάλειας της Δυτικής Αρχιτεκτονικής.
Η πολυσυζητημένη «αποκλιμάκωση» επομένως, για την οποία υπήρξαν κύκλοι που επεδίωξαν να μας πείσουν πως πρέπει να είμαστε ευγνώμονες απέναντι στους Αμερικανούς και Γερμανούς διαμεσολαβητές, δεν είναι παρά ένα μέρος της συνολικότερης προσπάθειας να επιβληθούν καινούριοι κανόνες αλλά και ένα πακέτο από καινούριες παραδοχές, απολύτως αναγκαίες στην προσπάθεια ανακατανομής ρόλων στο πλαίσιο της νέας ισορροπίας ισχύος που τελεί υπό διαμόρφωση.
Σε αυτό το διαχειριστικό περιβάλλον, η διασφάλιση μιας Ελληνοτουρκικής συμφωνίας που θα καταστήσει ελεγχόμενες τις μεταξύ τους εντάσεις έστω και με εργαλείο την υπέρτατη επιδιαιτησία, θεωρείται απαραίτητη για την ευόδωση των Αμερικανικών σχεδιασμών. Εδώ όμως είναι που αρχίζουν και τα δύσκολα για την χώρα.
Η στρατηγική παράλυση στην οποία ουσιαστικά σύρθηκε εκβιαζόμενη η πατρίδα μας, επιχειρείται να συγκαλυφθεί πίσω από τις γνωστές «αναπτυξιακές» φανφάρες για την Μακεδονία και την Θράκη... Πίσω από το φανταχτερό δήθεν προστατευτικό περιτύλιγμα με το οποίο συγκαλύπτεται η επέκταση της Ελληνοαμερικανικής συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας που μετατρέπει την Ελλάδα σε αμερικανικό στρατηγικό προγεφύρωμα απολύτως υποτελές και εν δυνάμει αναλώσιμο... Και φυσικά πίσω από το φανταχτερό deal με πρωταγωνιστή την Microsoft, που στην ουσία του και πέρα από τα ταρατατζούμ, συμβάλει έτι περαιτέρω στην παραγωγική αποδιάρθρωση της Ελληνικής οικονομίας, αποδεικνύοντας παράλληλα το πόσο φτηνά εξαγοράζεται η εθνική αξιοπρέπεια, όταν υπάρχει πολιτικό προσωπικό πρόθυμο να την διαπραγματευτεί άνευ όρων.
Αυτή η στρατηγική παράλυση ως συνώνυμο της ολοκληρωτικής στρατηγικής αποδυνάμωσης της χώρας, προδιαγράφεται πως θα συνοδευτεί από ανεπίτρεπτες και απαράδεκτες εθνικές υπαναχωρήσεις που θα κληθούν να εκμαιεύσουν τον τουρκικό εξευμενισμό. Τόσο οι δηλώσεις Στόλτενμπεργκ, όσο και οι διόλου τυχαίες διαρροές από το παρασκήνιο των συζητήσεων, όσο κυρίως οι επίσημες τουρκικές ανακοινώσεις που δυστυχώς ΔΕΝ διαψεύδονται, προδιαθέτουν για πολύ αρνητικές εξελίξεις.
Κάτω από το επικοινωνιακό πυροτέχνημα περί της δήθεν απόφασης των Αμερικανών να μην επιτρέψουν πολεμική σύγκρουση μεταξύ δύο «συμμάχων», αποκρύπτεται συστηματικά πως η διασφάλιση καθεστώτος ΜΗ σύγκρουσης, προϋποθέτει εκούσιες υπαναχωρήσεις, ανεπίτρεπτες εθνικές εκπτώσεις, και ένα περιβάλλον συμφωνηθέντων τα οποία ουδέποτε και καμία κυβέρνηση θα αποτολμούσε να προσυπογράψει στο παρελθόν.
Στον αντίποδα όλων αυτών που αφορούν στην παραμυθιαζόμενη πατρίδα μας, υπάρχει ο Τουρκικός μαξιμαλισμός που δεν υποστέλλει το εύρος των επιθετικών - αναθεωρητικών του διεκδικήσεων, ούτε εν μέσω της κατ' ευφημισμόν «αποκλιμάκωσης» και προφανώς δεν επηρεάζεται ως προς τούτο, από τις αυξημένες απαιτήσεις που επιβάλει η ευθεία εμπλοκή της Τουρκίας, στην εν εξελίξει σύγκρουση στον Καύκασο.
Και το χειρότερο όλων, είναι πως Τουρκική πολιτική ηγεσία, στηρίζοντας αναφανδόν την λογική του Παντουρκισμού και με δεδηλωμένη την πρόθεσή της να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες του πολιτικού Ισλάμ ως κρίσιμο γεωπολιτικό εργαλείο, προϊδεάζει ΚΑΙ την Ελλάδα ΚΑΙ την Ευρώπη για τα πολύ χειρότερα που είναι μπροστά, όσο οι αφελείς θα συνεχίσουν να επενδύουν σε «αποκλιμάκωση» και σε λοιπές αποπροσανατολιστικές αηδίες...