Ένα αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη.
https://www.youtube.com/watch?v=h7p-G3Hh_4c
Προτού όμως προχωρήσουμε καλό είναι να δούμε πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση αυτό το τριήμερο πένθος που ανακήρυξε.
Με τον χθεσινό θάνατο του τράπερ Mad Clip από υπερβολική ταχύτητα που τον μάθαμε από τα πρωινάδικα της τηλεόρασης, αυτά μας εξηγούσαν πώς όλη η ελλάδα θρηνεί έναν μεγάλο δημιουργό και τραγουδιστή, παρακινηθήκαμε και εμείς να ψάξουμε στο ιντερνέτ για αυτό τον δημοφιλή τραγουδιστή.
Ταυτόχρονα διαβάσαμε μία ανάρτηση στο Twitter κυβερνητικού στελέχους, του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών Στέλιου Πέτσα για τον θάνατο του Mad Clip.
«Σκοτεινό σαν το σκοτάδι» τούτο το ξημέρωμα για εκατομμύρια fans του Mad Clip. Έφυγε βιαστικά. Θα ζει όμως για πάντα στα χείλη όσων θα τραγουδούν τα τραγούδια του.
Τι του απαντάνε; δές τε.
Μιξάρεις την κόκα με σόδα και βγάζεις έσοδα Στέλιο;
Τους στίχους τους έχεις ακούσει;; Αλλά λες κάτσε μπας και πιάσουμε καμμιά ψήφο από τα 15χρονα που τον ακούν...Ότι να ναι...Πες κάτι και για τον Παντελο
Διαβάστε λοιπόν από αυτόν τον μεγάλο δημιουργό ένα τραγούδι του.
Κατόπιν απόρησα για την νομιμότητα, το ήθος, σε ποια μονοπάτια οδηγούν την νεολαία έτσι ώστε να την κάνουν ακίνδυνη και το πότε θα ξεβρομίσει αυτή η τηλεόραση.
Mad Clip Lyrics
"Κότερα (Kotera)"
Πενηντάρικα
(πενηντάρικα)
Απ'τα πενηντάρικα Έσκασε το πορτοφόλι απ' τα πενηντάρικα
Έχω κάνει τα κιλά να κάνουν ακροβατικά
Μια ζωή ήμουνα dealer είχα γούστα ακριβά
Από πιτσιρικάς ήξερα τι ήθελα Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Σέρβιρα, σπρώχνω έμπειρα, κινούμε έξυπνα
Έξοδα, καθαρίζω έξοδα
Mix-άρω τη κόκα με τη σόδα βγάζω έσοδα
Με γουστάρουν τα μουνάκια φορτώνω τα ξέκωλα, ξέκωλα
AK σκάμε σα τον Hezbollah
Δε μασάμε μες τα VIP με τα περίστροφα
Μεσ'σε λίγα χρόνια έχω κάνει τα απίστευτα
Γερμανός ο κινητήρας πεντακόσια άλογα, στα 'λεγα
Δε πιστέψαν πήγα και τους γάζωσα, στα 'λεγα
Πως σε λίγα χρόνια θα μας γλύφαν τα αρχίδια
Δεν υπογράφω deal-ια άμα δεν έχουνε mill-ια Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά Πρέπει να πιστέψεις στον εαυτό σου και στα δύσκολα
Πρέπει να επιμένεις να λυγίσεις και τα σίδερα
Αποφεύγω φυλακή, πόδι μεσ'το φέρετρο
Έδωσα την εντολή, τα μάτια μου στο έπαθλο
Lamborgini, Murcielago κίτρινα σαν κεραυνός
Gucci τα τσαντάκια αν το ανοίξω βγαίνει κέρατο
Έσκασε το πορτοφόλι απ' τα πενηντάρικα
Έχω κάνει τα κιλά να κάνουν ακροβατικά Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα
Γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ (1959)
Ελύτης Οδυσσέας
[Το] Άξιον εστί, [...] βρίσκεται στο μεταίχμιο της ποιητικής πορείας του Ελύτη και αποτελεί την απαρχή μιας νέας φάσης στις σχέσεις του με το αναγνωστικό κοινό. Η ιστορία αυτή δεν αρχίζει με την δημοσίευση του έργου, τυπικά το 1959 και πραγματικά το 1960, όταν το έργο αυτό, τον Απρίλιο, κυκλοφορεί ταυτόχρονα με το Έξη και μία τύψεις για τον ουρανό, αλλά δυο χρόνια νωρίτερα.
Το 1958 τα δύο αυτά έργα είναι ήδη έτοιμα. Ο Ελύτης δημοσιεύει στο πρώτο τεύχος του περιοδικού της Θεσσαλονίκης Διαγώνιος μια επιλογή από τις Έξη και μία τύψεις, και στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης μία επιλογή από το Άξιον εστί. Δεν έγιναν γνωστές οι σκέψεις που οδήγησαν τον πρεσβύτερο ποιητή στο να εμπιστευτεί τις δύο αυτές δημοσιεύσεις σε ποιητές που ανήκουν στην μεταπολεμική γενεά, αυτήν που θέσει αποβλέπει να αντικαταστήσει, να εκτοπίσει, πιο σωστά, την γενεά του '30. [...]
Ο Ελύτης όχι μόνο παραδίδει το έργο του στην γενιά που αποβλέπει στο να διαδεχθεί την δική του στην ιστορία, αλλά ταυτόχρονα δρομολογεί τα δύο διαφορετικά έργα μέσα από τους δικούς της φορείς, αυτούς που εκτιμά πιο αποτελεσματικούς. Το έργο που κατάγεται από το Ήλιος ο πρώτος, στη Διαγώνιο, περιοδικό μη πολιτικοποιημένο, αν κρίνει κανείς εκ των προτέρων από τον διευθυντή του [Ντ. Χριστιανόπουλο]. Το Άξιον εστί, με την πρόσφατη ιστορία και τις τραυματικές εμπειρίες για τον λαό, στο περιοδικό της αριστεράς που είχε αναλάβει τον ρόλο να υποστηρίζει την αντίσταση μέσα από τα χαρακώματα του κομουνισμού.
Mario Vitti, «Εισαγωγή. Το έργο του Οδυσσέα Ελύτη και η ελληνική κριτική». Εισαγωγή στην ποίηση του Ελύτη. Επιλογή κριτικών κειμένων, επιμ. Mario Vitti, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999, 7-8.
Καιρός να κοιτάξουμε Το Άξιον Εστί και να επιχειρήσουμε μια πρώτη περιγραφή του. Ένα τρόπος [...] είναι η συσχέτιση με συγγενικά έργα της ποίησής μας [...]: με τους Ελεύθερους Πολιορκισμένους, με τον Δωδεκάλογο του Γύφτου και με τον Πρόλογο στη Ζωή. Όπως ο Σολωμός, ο Ελύτης θέλησε να σαρκώσει «το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης, την Πατρίδα και την Πίστη», σε επεισόδια από κορυφαίες στιγμές της σύγχρονής του ιστορίας του Ελληνισμού. Όπως ο Παλαμάς: θέλησε να στήσει τον Ποιητή, με τις ανθρώπινες αδυναμίες του και τις υπεράνθρωπες δυνάμεις του, στο κέντρο μιας διαλεκτικής σύνθεσης του Ελληνικού κόσμου. Κι όπως ο Σικελιανός: θέλησε να εκφράσει την συνείδηση της Γης του, της Φυλής του, της Γυναίκας, της Πίστης του και της Προσωπικής Δημιουργίας του. Κι ακόμα, όπως ο Σεφέρης σε όλα τα έργα της ωριμότητάς του, θέλησε να πει:
...τον καημό της Ρωμιοσύνης,
εκείνου του πέλαγου τον καημό σαν ήβρε το
ζύγιασμα της καλοσύνης.
[...]
[...] ολόκληρο το Άξιον Εστί διαιρείται σε τρία μέρη που τιτλοφορούνται: «Η Γένεσις», «Τα Πάθη», «Δοξαστικόν». Από αυτά, το πρώτο -που έχει για κύριο θέμα του την γένεση του Ποιητή και την παράλληλη γένεση του κόσμου μέσα στην συνείδησή του- διαιρείται σε επτά «ύμνους», αντίστοιχους στις επτά ημέρες της Δημιουργίας και γραμμένους σε στίχο φαινομενικά ελεύθερο, αλλά στην πραγματικότητα βαθιά ποτισμένο από την πειθαρχία της βυζαντινής προσωδίας.
Δεν είναι ίσως άστοχο να παρατηρήσω εδώ πως ο συμβολικός αριθμός επτά (που τριαδικά εκφράζεται ως 3+1+3) είναι ένα είδος μόνιμου διαιρέτη στην ποίηση του Ελύτη: [...]
Γ.Π. Σαββίδης, «"Άξιον εστί" το ποίημα του Ελύτη». Πάνω νερά, Ερμής, Αθήνα 1973, 147 & 148-149.
Εξώφυλλο της συλλογής «Το Άξιον εστί».
Ο τίτλος του ποιήματος Το Άξιον Εστί παραπέμπει κατευθείαν στη χριστιανική παράδοση. [...]
Οι χριστιανικές συνδηλώσεις του τίτλου Άξιον Εστί αρχίζουν να υπονομεύονται ή, ακριβέστερα, να αναδιατάσσονται, αν επιμείνουμε προσεχτικότερα στο εξώφυλλο του έργου (τα βιβλία, βέβαια, αρχίζουν από το εξώφυλλό-τους): εκεί, εκτός από τις εκδοτικές ενδείξεις, υπάρχει ένα κόσμημα, όπως το λεν οι τυπογράφοι, και η φράση «λιθογραφία Γιάννη Μόραλη». [...]
Το κόσμημα, που βρίσκεται στο κέντρο και του εξωφύλλου και της σελίδας τίτλου, είναι μια όρθια τρίαινα, με πλεγμένο επάνω-της, σαν ένα λατινικό S, ένα δελφίνι όλο κίνηση. «Το κόσμημα του εξωφύλλου έγινε από το ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη», μας πληροφορεί η σχετική εκδοτική σημείωση στο τέλος του βιβλίου (αυτή που οι βιβλιογράφοι λένε «κολοφώνα»).
Το σύμπλεγμα τρίαινας-δελφινιού το βρίσκουμε ανάγλυφο σε αρκετές νεοκλασικές κρήνες στον τόπο-μας, καθώς και σε ένα γραμματόσημο του 1951.
Το ίδιο σύμπλεγμα αναφέρεται μέσα στο ποίημα δύο φορές. Την πρώτη, σε μια παράκληση, σαν προσευχή χριστιανική ας πούμε, που όμως απευθύνεται στους ανέμους, και τελικά ζητά να υποκαταστήσει το βασικό χριστιανικό σύμβολο, το σταυρό (ΙΒ΄ 5,9-16,28-29):
Άνεμοι
γέροντες γενειοφόροι
(...)
στα μάτια ένα δελφίνι σύρετέ-μου
να 'ναι ταχύ, κι ελληνικό, και να 'ναι η ώρα έντεκα!
Να περνά και να σβύνει την πλάκα του βωμού
και ν' αλλάζει το νόημα του μαρτυρίου
Οι αφροί-του λευκοί ν' αναπηδούν επάνω
τον Ιέρακα και τον Ιερέα να πνίξουν!
Να περνά και να λύνει το σχήμα του Σταυρού
και στα δέντρα το ξύλο να επιστρέφει
(...)
στην καρδιά την Τρίαινα χτυπήσετέ μου
και σταυρώσετέ μου την με το δελφίνι.
Τη δεύτερη φορά η παράκληση έχει ικανοποιηθεί. Η υποκατάσταση του σταυρού έχει γίνει (ΙΖ΄ 9,11):
Μεγάλα
μυστήρια βλέπω και παράδοξα:
(...)
Τρίαινα με δελφίνι το σημάδι του Σταυρού.
Αυτό που δεν πρέπει να μας διαφύγει είναι ότι το νέο σύμβολο, τρίαινα με δελφίνι, δεν ταυτίζεται με τον αρχαιοελληνικό κόσμο· είναι «διμέτωπο»: όπως αποκρούει το σχήμα του Σταυρού, έτσι -αν βλέπω σωστά- εξουδετερώνει και το βωμό και τον Ιέρακα/Ιερέα.
Ξ.Α. Κοκόλης, Για το Άξιον Εστί του Ελύτη. Μια οριστικά μισοτελειωμένη ανάγνωση, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1984, 19 & 20-22.
Ο Ελύτης «ξαναφαντάστηκε» την Ελλάδα με τον θαυματουργό τρόπο της μυθικής φαντασίας. Επεξεργάσθηκε τον μύθο της, με στόχο να αποκαλύψει το «αληθινό πρόσωπό» της, αντιδρώντας στη λογοκρατία της δυτικής Ευρώπης. [...] κατέφυγε στο τελετουργικό ύφος για να πλησιάσει το πραγματικό και χρησιμοποίησε αυστηρά ελεγχόμενη μορφή για να αιχμαλωτίσει το υπερπραγματικό, το όραμα. Στα ποιήματα της φάσης της κρυστάλλωσης το ποιητικό υποκείμενο κινείται ελεύθερα στο ποιητικό σύμπαν που καθιστά εφικτή τη μετατόπιση από το φυσικό τοπίο, τον πολιτισμό και την ιστορία στον μυθικό κόσμο της χώρας του, γράφοντας την αδύνατη περιγραφή της (décriture): ο «κόσμος ο μικρός, ο μέγας» [...] υπαινίσσεται «μία απουσία που υπάρχει σαν ένδειξη μιας [...] παρουσίας», την Ελλάδα τη «δεύτερη του επάνω κόσμου» ή της υπερπραγματικότητας.
Έλενα Κουτριανού, Με άξονα το φως. Η διαμόρφωση και η κρυστάλλωση της ποιητικής του Οδυσσέα Ελύτη, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2002, 227.
https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/education/literature_history/search.html?details=44
άξιον εστί : ανάλυση/ερμηνεία - μια απόπειρα να κατανοήσουμε αυτό που ακούμε και αυτό που τραγουδούμε
- Σεπτεμβρίου 05, 2011
Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε με αφορμή την παρουσίαση του "Άξιον Εστί" στην Ουρανούπολη (20/8), την Καλαμαριά (30/8)και την Νεάπολη (1/9).[ αναλυτικότερη αναφορά και φωτογραφίες από τις τρεις συναυλίες μπορείτε να δείτε εδώ] Σε μεγάλο μέρος βασίζεται σε ερμηνευτικές παρατηρήσεις του Τάσου Λιγνάδη ("Το Αξιον Εστί του Ελύτη") και του Mario Vitti ("Οδυσσέας Ελύτης, κριτική μελέτη")
Μπορείτε να το βρείτε σε μια πιο βολική μορφή για ανάγνωση ή και για κατέβασμα και εκτύπωση εδώ.
Ένα έργο τόσο γνωστό, μα και πόσο άγνωστο...Πενήντα δύο χρόνια μετά τη συγγραφή του "Άξιον Εστί" και σαρανταεπτά μετά την μελοποίησή του από τον Μίκη Θεοδωράκη, ποιο είναι το αποτύπωμα που έχει αφήσει στη συνείδησή μας; Οι πανίσχυρες εντυπώσεις και οι κυριαρχικοί συνειρμοί που δημιουργούν τα άσματα που ταυτίστηκαν με τη φωνή του Μπιθικώτση ή τα αναγνώσματα που στοίχειωσε με την απόδοσή του ο Μάνος Κατράκης αρκούν για να αποδώσουν πλήρως τη δυναμική όλης της σύνθεσης; Στα ερωτήματα αυτά θα προσπαθήσει να απαντήσει το επόμενο κείμενο, καρπός της ενασχόλησής μας με το τμήμα του «Αξιον εστί» που μελοποιήθηκε από τον Θεοδωράκη. Ο Θεοδωράκης μελοποιεί αποσπάσματα του έργου : έναν ύμνο του πρώτου μέρους ( Γένεσις), τέσσερις ψαλμούς και τέσσερα άσματα του δεύτερου μέρους ( Πάθη) και μια επιλογή 35 στροφών από τον ύμνο της του τρίτου μέρους ( Δοξαστικόν), ενσωματώνοντας στην μουσική εκδοχή του «Άξιον Εστί» («λαϊκό ορατόριο» ονομάζει τη μουσική του σύνθεση) και τρία αναγνώσματα των Παθών.
Ξεκινώντας από το ποιητικό κείμενο και πριν περάσουμε στα αποσπάσματα που μελοποιήθηκαν ( κατά προσέγγιση 17 από τις 75 σελίδες του ποιητικού κειμένου), πρέπει να πούμε ότι το «Αξιον Εστί» εκδόθηκε το Δεκέμβριο του 1959. Αποτελεί μια καμπή στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη: ξεκινώντας αυτός το 1929( σε ηλικία 18 ετών) από τον υπερρεαλισμό, ένα κίνημα που διακήρυξε την κατάργηση της λογικής αλληλουχίας στην τέχνη , ένα κίνημα που κατά κάποιο τρόπο αυτονομούσε τον ποιητή από το ιστορικό και κοινωνικό του περιβάλλον, δίνοντας προτεραιότητα στην ατομική έκφραση του υποσυνείδητου, 30 χρόνια μετά, και έχοντας βιώσει άμεσα το βάρος της ιστορικής περιπέτειας του Ελληνισμού στη δεκαετία του 1940, αποφασίζει να υποτάξει τον ιδιαίτερο τρόπο της ποιητικής του έκφρασης στην ανάγκη να μιλήσει για την πατρίδα του. Το ότι μεσολαβούν 16 .χρόνια ποιητικής σιωπής από την έκδοσή της προηγούμενης συλλογής του («Ήλιος ο πρώτος»,1943) αποτυπώνει τις ωδίνες της γέννησης αυτής της μεγάλης ποιητικής σύνθεσης.
Πρόκειται λοιπόν για μια ποιητική σύνθεση 75 περίπου σελίδων, χωρισμένη σε τρία τμήματα ( Ι. Γένεσις ΙΙ. Πάθη ΙΙΙ. Δοξαστικόν), στο καθένα από τα οποία εντοπίζεται μια μορφική ποικιλία ( ύμνοι, ψαλμοί, αναγνώσματα, άσματα). Καταδεικνύει η ποικιλία αυτή την πρόθεση του Ελύτη να αποδώσει μια μουσικότητα στη σύνθεση. Δεν μας ξενίζει λοιπόν το ότι αποστέλλει το «Αξιον Εστί» στον Θεοδωράκη ένα χρόνο μετά την έκδοσή του. «Επιλέγει» μάλιστα έναν συνθέτη με δυτική μουσική παιδεία, που είχε ήδη προσεγγίσει και ενσωματώσει την λαϊκή μουσική παράδοση στο έργο του, και που ήδη είχε στο «βιογραφικό» του τη μελοποίηση - μεταξύ άλλων- και ενός άλλου εμβληματικού ποιητικού έργου («Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου). Είναι ξεκάθαρη επίσης η πρόθεση του ποιητή ( και από τους τίτλους βεβαίως, τόσο των τριών ενοτήτων όσο και από τον γενικό) να δώσει μια χροιά θρησκευτικής τελετουργίας στην σύνθεση (που προσομοιάζει στη Θεία Λειτουργία), όχι μόνο στη μορφή, αλλά και στο περιεχόμενο, καθώς όλη η σύνθεση διαπερνάται από μια επίσης θρησκευτική - τελετουργική αντίληψη της ζωής: Γέννηση - Πάθος - Θάνατος - Ανάσταση - Αθανασία. (στο ίδιο σχήμα βέβαια ανιχνεύεται επιρροή και από την αρχαία ελληνική τραγωδία ).
Ι. Η «Γένεσις» αποτελείται από επτά ύμνους, έναν από τους οποίους μελοποιεί ο Θεοδωράκης για να τον εντάξει στο «λαϊκό ορατόριο» που συνθέτει. Αφηγείται τη γέννηση του Ενός και συγκεκριμένου ανθρώπου που εντάσσεται σε ένα τοπίο που τον διαπλάθει . (« πολλά τα λιόδεντρα...). Το σκηνικό του Αιγαίου - κυρίαρχο στο ποιητικό σύμπαν του Ελύτη από την πρώτη του συλλογή («Προσανατολισμοί»,1939)- είναι παρόν με τις παρομοιώσεις που προετοιμάζουν την ιερατική αναφορά στο όνομα των νησιών («η Ίος, η Σίκινος, η Σέριφος, η Μήλος») , μα και με την αιθρία του ( «πλατύς επάνου ο ουρανός») και με τη λιτότητά του («λίγο το νερό...το δέντρο μοναχό του...φτενό στα πόδια σου το χώμα...»). Μα το τοπίο διαπλάθει τον άνθρωπο...η ύπαρξη της ανάγκης κάνει το νου να εμβαθύνει ( «για να μην έχεις που ν'απλώσεις ρίζα και να τραβάς του βάθους ολοένα»), η αιθρία του τοπίου μεταλλάσσεται σε αιθρία του νου και του ήθους ( «πλατύς επάνου ο ουρανός για να διαβάζεις μόνος σου την απεραντοσύνη»)
Τον διαπλάθει με τέτοιο τρόπο ώστε από τον στενό κόσμο των ατομικών εμπειριών να αναχθεί στο νόημα του απείρου...ο μικρός κόσμος να αποκαλύψει την αίγλη του αιωνίου («Αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας »). Η ενότητα των πάντων είναι κάτι που η συμβατική ανθρώπινη αντίληψη δεν μπορεί να συλλάβει, περιχαρακωμένη στις αποσπασματικές της εμπειρίες. Εδώ επεμβαίνει ο λόγος του ποιητή, για να καταδείξει ότι τα πολλά θνητά «έν» είναι το αθάνατο «παν», τα πολλά μάταια «νυν» είναι οι όψεις του αιωνίου.
ΙΙ. Στα "Πάθη" συναντούμε 18 ψαλμούς, 12 άσματα και 6 αναγνώσματα κατανεμημένα με μια ποικίλων τρόπων διαδοχή. Η βασική ιδέα παραμένει ίδια : ισχύει και εδώ το ίδιο σχήμα, ατομικό και γενικό συνενώνονται με τρόπο ποιητικό-ανορθολογικό.. Στα «Πάθη» όμως είναι παρών ένας ιστορικός μύθος με συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια (Αλβανικό Έπος, Κατοχή, Απελευθέρωση). Οι συγκεκριμένες ιστορικές εμπειρίες διοχετεύονται κυρίως στα «Αναγνώσματα», όπου φορέας της εμπειρίας είναι η ανθρώπινη ομάδα και τα γεγονότα που βίωσε. Στους «Ψαλμούς» υποκείμενο είναι το ποιητικό εγώ. Τέλος στα «άσματα» εκφράζεται κάτι καθολικότερο και ομαδικότερο. Ο Θεοδωράκης επιλέγει και μελοποιεί 4 ψαλμούς και 4 άσματα, ενσωματώνοντας στο ορατόριό του και την αφήγηση τριών αναγνωσμάτων.
Ξεκινά με τον Ψαλμό Α΄ , όπου το ποιητικό εγώ αντιμετωπίζει την πραγματικότητα του πολέμου, όχι με την ανταπόδοση της βίας, μα με τα όπλα που του κληροδότησε η «Γένεσις» του :
"ΙΔΟΥ εγὼ λοιπόν, ο πλασμένος για τις μικρὲς Κόρες καὶ τὰ νησιὰ του Αἰγαίου· ...Ιδοὺ ἐγὼ καταντικρύ του μελανου φορέματος των αποφασισμένων ...Λύνει αέρας τα στοιχεία καὶ βροντὴ προσβάλλει τὰ βουνὰ. .Μοίρα των αθώων, πάλι μόνη, νά σε, στὰ Στενά !
..Ο καθεὶς και τὰ όπλα του, είπα· Στὰ Στενὰ τὰ ρόδια μου θ'ανοίξω ,Στὰ Στενὰ φρουροὺς τοὺς ζέφυρους θα στήσω / τὰ φιλιὰ τα παλια θ'απολύσω που η λαχταρα μου άγιασε !"
Ακολουθεί το πρώτο ανάγνωσμα ( « Η πορεία προς το μέτωπο»), με την καταγραφή μιας επίπονης ορειβασίας στα βουνά της Ηπείρου, που αποδίδεται και ως πορεία σταδιακής μύησης (η πείνα, η συνάντηση με τους τραυματίες που υποχωρούν, ο ήχος των βομβαρδιστικών) με προορισμό το φρικώδες θέατρο του πολέμου. Μα το άσμα που ακολουθεί ( «Ένα το χελιδόνι») αναδεικνύει το «πραγματικό» τοπίο του προορισμού, που διαγράφεται πέρα από το ρεαλιστικό θέατρο του πολέμου: το τοπίο μιας Άνοιξης που η έλευσή της απαιτεί Θυσία.
Στον Ψαλμό Ε΄ ( «Τα θεμέλιά μου στα βουνά») το ποιητικό εγώ καταφεύγει στην μνήμη και την παράδοση της ελευθερίας που αυτή αναδεικνύει, για να αντλήσει τη δύναμη που απαιτεί η αντίσταση.
«Μνήμη του λαού μου σε λένε Πίνδο και σε λένε 'Αθω...Πάντα πάντα περνάς τη φωτιά για να φτάσεις τη λάμψη. Πάντα πάντα τη λάμψη περνάς για να φτάσεις τη ψηλά τα βουνά τα χιονόδοξα...Τα θεμέλιά μου στα βουνά και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος !»
Στο επόμενο άσμα όμως («Με το λύχνο του άστρου») αποτυπώνεται έντονα η απόγνωση και το πένθος των Παθών που ζει το ποιητικό εγώ σε ταύτιση με το λαό του. Ορίζει όμως, έστω αχνά, και το δρόμο της διαφυγής: τον προσωπικό μοναχικό αγώνα που θα τον οδηγήσει να βρεί την ψυχή του, το αληθινό του πρόσωπο.
Ακολουθεί το ανάγνωσμα «Η μεγάλη Έξοδος» βασισμένο σε ιστορικό γεγονός, την εκδήλωση διαμαρτυρίας που έγινε στην Αθήνα με την ευκαιρία του απαγορευμένου εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1942, εκδήλωσε που χτυπήθηκε βίαια από τις δυνάμεις Κατοχής. Το επόμενο - εμβληματικό πλέον - άσμα ( «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ») έρχεται σαν μια επίκληση ώστε να αρθεί η αδικία που κατατρέχει τη χώρα- αδικία που προκαλείται από «φίλους» και εχθρούς. Ακολουθεί η εξομολόγηση της πίκρας του ποιητικού εγώ, όπως αποτυπώνεται στο άσμα «Της αγάπης αίματα». Αυτός που έζησε την έξαψη της αγάπης, αυτός που ζήτησε την κατάφαση της ζωής, κυνηγήθηκε κι έζησε τον κατατρεγμό του πολέμου. (Είναι κρίμα που ο Θεοδωράκης δεν ενέταξε στη μελοποίηση του συγκεκριμένου άσματος τους παρακάτω στίχους, που δείχνουν την ταύτιση του ποιητικού εγώ με την κοιτίδα του και το δρόμο που διάλεξε για να πολεμήσει τη βία που του ασκήθηκε: «Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα / Μες στις πέτρες άνθισα και μεγάλωσα/ Των φονιάδων το αίμα/με φως ξεπληρώνω»)
Το ίδιο εξομολογητικό ύφος διαπερνά και τον Ψαλμό ΙΔ΄ («Ναοί στο σχήμα τ΄ ουρανού»). Αναπολείται μια ζωή που πέρασε, μια νεότητα που βίαια καταργήθηκε. «Φύγανε, φύγανε» η αιθρία και η μέθη του φιλιού, και μεσ'από τη γη ανέβηκε η μαύρη παρουσία της φρίκης και του πολέμου.
Στο επόμενο ανάγνωσμα («Προφητικόν») αναγγέλλεται η πραγματοποίηση του πανανθρώπινου ονείρου για μια κοινωνία βασισμένη στην ομορφιά και στη ειρήνη.
Μα πριν έλθει το Κράτος της Ποίησης, πριν «τα όνειρα λάβουν εκδίκηση», πρέπει οι λαοί να ακολουθήσουν το δρόμο του μαρτυρίου...πρέπει όλα να μεταβληθούν σε ερείπια για να ξαναγεννηθεί ο κόσμος της ομορφιάς. Η λυρική απόδοση της ίδιας ιδέας εκφράζεται με το άσμα που ακολουθεί («Ανοίγω το στόμα μου»). Λόγια δροσερά συναντούν μοιρολόγια και βάσανα, η προσωπική θυσία («χαράζω τις φλέβες μου») είναι ο δρόμος που θα ξαναοδηγήσει τα παιδιά στην αθωότητά τους και τα κορίτσια στον έρωτα.
Ο τελευταίος Ψαλμός των «Παθών» («Σε χώρα μακρινή και αρυτίδωτη τώρα πορεύομαι») προετοιμάζει το τρίτο μέρος της σύνθεσης («Δοξαστικόν»). Το ποιητικό εγώ πορεύεται στη χώρα της Αθανασίας και της Ήβης, ξαναβρίσκει όλα αυτά που κινδύνεψε να στερηθεί, κι αυτό επειδή δεν απάντησε με βία στη βία, αλλά επειδή νίκησε το θάνατο σώζοντας τον Έρωτα, επειδή κράτησε την αθωότητά του με όπλα την Ομορφιά της Τέχνης («Ο νικήσαντας τον Άδη και τον Έρωτα σώσαντας/ αυτός ο Πρίγκιπας των Κρίνων είναι») και της Φύσης («κι από κείνες πάλι τις πνοές της Κρήτης/μια στιγμή ζωγραφιζόμουν»). Γιατί η δύναμη δεν έγκειται στη βία του θανάτου, αλλά στην ικανότητα να «διαβάζεις» την αθωότητα («Μακάριοι λέγω οι δυνατοί που αποκρυπτογραφούνε το Άσπιλο»). Με τελικό έπαθλο την ερωτική βίωση της ζωής («γι' αυτών τα δόντια η ρόγα που μεθά/...στο κλήμα των παρθένων»). ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ!
III.Το «Δοξαστικό» είναι η κορύφωση της σύνθεσης. Δοξολογείται ο κόσμος ο μικρός ( το θαλασσινό τοπίο , τα νησιά και οι άνεμοι, τα κορίτσια και το ερωτικό σκίρτημα της εφηβείας) ως μία γέφυρα που θα οδηγήσει στον κόσμο τον μέγα. Μεσολαβεί ένας 14στιχος χαιρετισμός («Χαίρε η Καιομένη και Χαίρε η Χλωρή...») σε ένα θηλυκό «Εσύ» που συντίθεται στη συνείδηση του ποιητή από εικόνες και συμβολισμούς της Παναγίας, της Πατρίδας, της Ελευθερίας και της Γυναίκας. Και καταλήγει με την τελική αξιολόγηση του παροδικού και του Αιώνιου, όπου σε 7 ζεύγη στίχων το παροδικό («ΝΥΝ») και το αιώνιο («ΑΙΕΝ») αντιπαραβάλλονται. Παροδική η ερωτική πράξη («η κραυγή του Μάη»), αιώνια η συνείδηση της αγάπης. Παροδικός ο θάνατος («του ύπνου η μιμική»), αιώνια η αρχή της ζωής(«η Τρόπις η αστρική»). Παροδική η κίνηση των εφήμερων πλασμάτων, αιώνιο το μυστήριο της ύπαρξης. Παροδικά τα έργα των ανθρώπων («το περίβλημα της γης»), αιώνια η αναζήτηση της ψυχής. Παροδικό το σκοτάδι στην πίσω πλευρά ου φεγγαριού, αιώνιο το φως του Σύμπαντος. Παροδικός ο αριθμός εθνών και ανθρώπων, αιώνιος ο Θεός. Παροδική η σύγκρουση θρησκειών και δογμάτων («η ταπείνωση των θεών»), παροδική η ζωή του καθενός («η σποδός του ανθρώπου»). Μα σε όλα αυτά τα «νυν» υπάρχει η κρυμμένη δύναμη του «αιέν» - απαιτεί μια άλλη σύλληψη όμως η θέαση του κόσμου του εφήμερου ( «ο κόσμος ο μικρός») ώστε να οδηγηθούμε στη θέαση του αιώνιου («o μέγας»). Απαιτεί μια διάθεση να βιώσουμε με ένταση ερωτική τη μεμονωμένη στιγμή ώστε να συλλάβουμε το χρόνο σε όλη τη διάρκειά του, έξω από τους νόμους της φθοράς...αν η ροή της ζωής είναι ένα φευγαλέο «νυν», ο νόμος που τη συνθέτει είναι ένα σταθερό «αιέν». Αξιον Εστί λοιπόν να δοξολογεί η ψυχή του ανθρώπου αυτόν τον κόσμο «τον μικρό, το μέγα».
. Το «Αξιον Εστί» έχει μεταφραστεί βέβαια σε πολλές γλώσσες, μα έχει ως δεσπόζουσα αρετή του μια σφραγίδα ιθαγένειας, μια «ελληνικότητα» χωρίς όμως φολκλόρ ή ιδεολογήματα, ακριβώς επειδή η δραστικότητα της γλώσσας του ποιητή φτάνει σε βάθη όπου δεν χωρούν φτηνές «πατριωτικές» αναγνώσεις. Το ότι τα πολύ γνωστά και δημοφιλή άσματα του ορατορίου έχουν ταυτιστεί με μια «αριστερή» ανάγνωση για τις εθνικές επετείους και τους σχολικούς εορτασμούς είναι το αντίτιμο της «εμπορικότητας» που απέκτησε το μουσικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη. Πίσω απ' αυτό το αντίτιμο όμως λάμπει ένας ποιητικός λόγος καίριος και διαχρονικός, και το σημαντικότερο, ένας ποιητικός λόγος που η πρόσληψή του απαιτεί εξοικείωση με την γλωσσική παράδοση του Ελληνισμού. Η τάση του υπερρεαλισμού να ξεπερνά τις γλωσσικές κοινοτυπίες μπόλιασε με τρόπο θαυμαστό το «Άξιον Εστί»... σε μια εποχή που ο πόλεμος δημοτικής - καθαρεύουσας γινόταν με πολιτικά χαρακτηριστικά, ο Ελύτης κατάργησε τις διακρίσεις, άντλησε λέξεις απ΄ολόκληρο τον ρου της γλώσσας μας και κατέθεσε το πιο ολοκληρωμένο, σαν σύλληψη και σαν εκτέλεση, ποιητικό έργο της νεώτερης Ελλάδας. Το ότι πέρασε σε εκατομμύρια στόματα, σαν τραγούδι πια, έστω και αποσπασματικά, είναι μια ακόμη ευτυχισμένη στιγμή στην ιστορία του ελληνικού πολιτισμού.
https://newchoirofkalamaria.blogspot.com/2011/08/208-308.html
Aξιον Εστί το ποίημα που μιλά για «αυτόν τον κόσμο τον μικρό,τον Μέγα».Δημοσιεύτηκε AllTimeClassicΣτις 20 Απριλίου 2020
Της Μαρίνας Μπαμπαλιάρη
«Αξιον Εστί», το επικό έργο ,το αριστούργημα που έμελλε να γίνει σταθμός στην ελληνική μουσική ιστορία και που η συνάντηση των δύο κορυφαίων δημιουργών του, του Οδυσσέα Ελύτη και του Μίκη Θεοδωράκη ήταν κανονισμένο από τη μοίρα να γίνει στου Λουμίδη το Σεπτέμβρη του '60.
- «Τελείωσα το «Άξιον Εστί», το έργο της ζωής μου, νομίζω. Θα ΄θελα να σας το έστελνα κάπου, γιατί κάτι μου λέει ότι θα σας εμπνεύσει»είπε ο Οδυσσέας Ελύτης στο Μίκη Θεοδωράκη που απολάμβανε έναν ζεστό εσπρέσο,εκείνη τη στιγμή.
«Αφού τον ευχαρίστησα»,θυμάται ο Μίκης Θεοδωράκης «έγραψα τη διεύθυνσή μου στο Παρίσι και του την έδωσα : Rue de la Fontaine au Roi («Βασιλική Πηγή»! Πιο συμβολική ονομασία δεν μπορούσε πράγματι να βρεθεί για κείνη την εποχή)». 'Ετσι συμφωνήθηκε να γίνει δια αλληλογραφίας η δημιουργία του επικού έργου το οποίο έμεινε στην ιστορία ως το ορατόριο που μιλά για τα πάθη αλλά και τις ελπίδες ενός βασανισμένου λαού, «τους καημούς και τις ελπίδες της Ρωμιοσύνης» όπως έχει πει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ενώ ο Οδυσσέας Ελύτης θυμάται πως μετά την παραμονή του στην Ευρώπη μετά την κατοχή είδε πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. «Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφο το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά-σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ότι και η μοίρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους - και βέβαια, εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο πρώτος σπινθήρας, ήταν το πρώτο εύρημα. Και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση, μου 'δωσε ένα δεύτερο εύρημα. Να δώσω, δηλαδή, σ' αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας εκκλησιαστικής λειτουργίας. Κι έτσι γεννήθηκε το «Άξιον Εστί».
Το κορυφαίο ποίημα, του Ποιητή της Ελλάδας, του Οδυσσέα Ελύτη, γράφτηκε το 1959 και μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη τον σπουδαίο συνθέτη λίγα χρόνια αργότερα, το 1964 καθώς χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια για την ολοκλήρωση της δημιουργίας του, η οποία σφραγίστηκε με την αφήγηση του Μάνου Κατράκη και την ερμηνεία του Γρηγόρη Μπιθικώτση «Ένα το χελιδόνι κι άνοιξη ακριβή», «Με το λύχνο του άστρου στους ουρανούς γυρίζω»,»Της Αγάπης αίματα», «Της δικαιοσύνης Ηλιε νοητέ»είναι μερικά μόνο τα τραγούδια του «'Αξιον Εστί «που έχουν συγκινήσει και θα συγκινούν γενιές και γενιές Ελλήνων.
'Ενα απόσπασμα του ποιήματος του Οδυσσέα Ελύτη.
Ήρθαν
ντυμένοι φίλοι
αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
το παμπάλαιο χώμα πατώντας
και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.
Έφεραν το Σοφό, τον Οικιστή, και το Γεωμέτρη,
βίβλους γραμμάτων και αριθμών,
την πάσα υποταγή και δύναμη,
το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας.
Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους.
Ούτε μέλισσα καν δεν γελάστηκε
το χρυσό ν' αρχίσει παιχνίδι
ούτε ζέφυρος καν, τις λεύκες να φουσκώσει ποδιές.
Έστησαν και θεμελίωσαν
στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα
πύργους κραταιούς και επαύλεις
ξύλα και άλλα πλεούμενα,
τους νόμους τους θεσπίζοντας
τα καλά και συμφέροντα,
στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας.
Και το μέτρο δεν...
έδεσε ποτέ με την σκέψη τους.
Ούτε καν ένα χνάρι θεού
στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε
ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς
τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει.
Έφτασαν ντυμένοι «φίλοι»
αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας.
Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε
παρά μόνο σίδερο και φωτιά.
Στ' ανοιχτά που καρτέραγαν δάχτυλα
μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά.
Μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά.
Πληροφορίες και αποσπάσματα από τις σημειώσεις του Μίκη Θεοδωράκη για το «Αξιον Εστί» στην ιστοσελίδα του https://www.mikistheodorakis.gr/
https://www.alltimeclassic.net/axion-esti-to-poiima-pou-mila-gia-ton-kosmo-ton-mikro-ton-mega/
Δευτέρα, 22 Απριλίου 2013
Οδυσσέας Ελύτης "Το Άξιον Εστί
Γενικά για το έργο
Το Άξιον Εστί γράφτηκε το 1959 και είναι ένα συνθετικό ποίημα. Βασίζεται πάνω στη βυζαντινή λειτουργική παράδοση. Χωρίζεται σε τρία μέρη: « Η Γένεσις». « Τα Πάθη», «Το Δοξαστικό». Το πρώτο μέρος έχει ως θεματικό κέντρο τη δημιουργία του κόσμου και τη θέση του στη συνείδηση του ποιητή. Το δεύτερο αναφέρεται στα πάθη του ποιητή και του ελληνισμού κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο και την Κατοχή και στο τρίτο κυριαρχεί η Ελλάδα( φύση, θρησκεία-ιδιαίτερη αναφορά στην Παναγία-, ποιητής). Η αφήγηση γίνεται σε α΄ πρόσωπο: άλλοτε είναι ο ποιητής και άλλοτε ο Έλληνας που αφηγείται. Στο ποίημα γίνεται προσπάθεια να ταυτιστεί η μοίρα του ποιητή με τη μοίρα της Ελλάδας, που και οι δυο πασχίζουν για την ελευθερία. Η γλώσσα του ΄Αξιον Εστί περιέχει στοιχεία από τον Όμηρο ως το Μακρυγιάννη και από το Βυζάντιο ως το Σολωμό. Ο Ελύτης, όμως, προχώρησε και στον εμπλουτισμό της με νέες λέξεις και συνέβαλε στην ανανέωσή της (γενικά της νεοελληνικής).
Το απόσπασμα: Τα Πάθη, Άσμα
Το θέμα του αποσπάσματος είναι η απόγνωση του ποιητή για τα δεινά του ελληνικού λαού στην Κατοχή, για τις εκτελέσεις των αντιστασιακών, την πείνα και την αναμενόμενη επιδείνωση της κατάστασης.
Πρώτη ενότητα: Ο ποιητής αναζητά διέξοδο και τη βρίσκει στο παράθυρο, απ΄όπου κοιτάζει το χιονισμένο τοπίο (πρόκειται για το χειμώνα του 1941-42, οπότε πέθαναν από την πείνα πολλοί Έλληνες). Η αναφώνηση «Αδελφοί μου» και ο μέλλοντας « θα τ΄ατιμάσουν» δίνουν προφητικό τόνο στην πρώτη στροφή: τα δέντρα θα μετατραπούν σε αγχόνες για τους Έλληνες αγωνιστές.
Δεύτερη ενότητα: Η υπερρεαλιστική εικόνα «Δάγκωσα τη μέρα και δεν έσταξε ούτε σταγόνα πράσινο αίμα» δηλώνει ότι η χαρά της ζωής και οι χυμοί της έχουν στεγνώσει και έχουν δώσει τη θέση τους στο θάνατο. Δεν υπάρχει ελπίδα: το σκοτάδι κυριαρχεί. Ακόμα και ο ήλιος, σύμβολο της ζωής και της ελευθερίας, οδηγεί στο θάνατο ( «Κι η αχτίδα του ήλιου γίνηκεν, ιδέστε / ο μίτος του Θανάτου!»).
Τρίτη ενότητα: Κυριαρχεί η εικόνα των μαυροφορεμένων γυναικών, που αντί να αντλούν νερό από τα πηγάδια για να προσφέρουν στα παιδιά τους(«στ΄ αηδόνια των αγγέλων») βγάζουν μέσα από τα πηγάδια τα νεκρά κορμιά των αδικοσκοτωμένων συμπατριωτών τους. Υπάρχει αντίθεση του ευτυχισμένου παρελθόντος με το τραγικό παρόν.
Τέταρτη ενότητα: Ο ποιητής εκφράζει την οργή του λαού του («άχτι») για τα δεινά που προξένησε η Κατοχή (πείνα, θάνατος , ερήμωση πόλεων). Υπάρχει ελπίδα στην Αντίσταση που με προκηρύξεις και συνθήματα στους τοίχους συντηρεί το αισιόδοξο φρόνημα του λαού.
Πέμπτη ενότητα: Το σκοτάδι σκεπάζει τα πάντα και την ψυχή του ποιητή. Δίνεται ξανά προφητικός τόνος για το μέλλον( «μαύρες ώρες φτάνουν»). Παρόλαυτα η απαισιοδοξία δεν είναι απόλυτη, αφού οι ίδιοι οι κατακτητές («τέρατα») δηλητηριάζονται από το θάνατο που υπάρχει μέσα τους.(«οι χαρές μιάνει / τα σπλάχνα των τεράτων»).
Έκτη ενότητα: Επανέρχεται το τοπίο του θανάτου. Η στροφή αποτελείται από δύο στίχους της πρώτης και έξι της δεύτερης στροφής: η κυριαρχία του θανάτου είναι απόλυτη.
Τεχνική: Το ποίημα συνδυάζει στοιχεία της παραδοσιακής ποίησης( στερεή δομή των στροφών που συνδέονται και νοηματικά μεταξύ τους) και της σύγχρονης ποίησης ( υπερρεαλιστικές εικόνες, απουσία στίξης). Υπάρχει μουσικότητα: το απόσπασμα έχει τον ίδιο αριθμό συλλαβών σε κάθε στίχο με τον ύμνο « Αι γενεαί πάσαι» της Μ. Παρασκευής.
Ύφος-Γλώσσα: Ο λόγος είναι πλούσιος. Το ύφος είναι μεγαλοπρεπές και σοβαρό , θυμίζει έντονα θρησκευτικό κείμενο.
Απριλίου 22, 2013
https://filoblogiko.blogspot.com/2013/04/blog-post_22.html
Για να βρείτε το βιβλίο του Ελύτη Άξιον Εστί πηγαίνουμε στον παρακάτω σύνδεσμο
Και κατόπιν βρίσκουμε το
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ (1959) https://dim-agnant.kar.sch.gr > biblia > poisiPDF
και πατάμε αποθήκευση.